Άρης Αλεξάνδρου | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Άρης Αλεξάνδρου

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Leonardo da Vinci

Άρης Αλεξάνδρου

Εργοβιογραφικά στοιχεία


Ο Άρης Αλεξάνδρου (ψευδώνυμο του Αριστοτέλη Βασιλειάδη) γεννήθηκε στην Πετρούπολη της Ρωσίας το 1922 (το έτος της γέννησής του, η πόλη μετονομάστηκε, προς τιμήν του Βλαντιμίρ Ίλιτς Λένιν, Λένινγκραντ). Ο πατέρας του Βασίλης Βασιλειάδης είχε γεννηθεί στην Τραπεζούντα, αλλά εγκαταστάθηκε στην εφηβική του ηλικία στη Ρωσία, πρώτα στην Οδησσό και κατόπιν στην Πετρούπολη, όπου και παντρεύτηκε την Πωλίνα Βίλγκελμσον. Λίγα χρόνια μετά τη γέννηση του Άρη (το 1928), η οικογένεια μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη και μετά στην Αθήνα. Ο Άρης φοίτησε στη Βαρβάκειο Πρότυπο Σχολή, στο περιοδικό της οποίας πρωτοεμφανίστηκαν κείμενά του. Κατόπιν, μετά από αποτυχημένες προσπάθειες για εισαγωγή στο Πολυτεχνείο και τη Σχολή Καλών Τεχνών, εισήχθη στην Ανωτάτη Σχολή Οικονομικών Επιστημών.
Άρχισε να μεταφράζει και να γράφει σε νεαρή ηλικία. Οι πολιτικές του περιπέτειες (εξορίστηκε στην Ελ Ντάμπα της Λιβύης, στον Μούδρο της Λήμνου, στη Μακρόνησο κτλ. και φυλακίστηκε για τα αριστερά πολιτικά του φρονήματα), που συνοδεύονταν από αντίστοιχες ιδεολογικές, καθώς διαφωνούσε με τους συντρόφους του, δεν έκαμψαν τη μεταφραστική του παραγωγή, ούτε και την ποιητική του δημιουργικότητα. Από το 1967 έζησε αυτοεξόριστος, μαζί με τη σύζυγό του Καίτη Δρόσου, στο Παρίσι, όπου και τελείωσε τη συγγραφή του μυθιστορήματος Το κιβώτιο. Πέθανε στο Παρίσι, το 1978.
Τα ποιητικά έργα του είναι: Ακόμα τούτη η άνοιξη (1946), Άγονος Γραμμή (1952), Ευθύτης Οδών (1959), Ποιήματα (1941-1971) (1972). Το βιβλίο αποσύρθηκε (διότι επενέβη η αστυνομία για ν’ ασκηθεί λογοκρισία) και ξανακυκλοφόρησε το 1974. Εξέδωσε τα ακόλουθα βιβλία: Το Κιβώτιο (μυθιστόρημα 1975), Η εξέγερση της Κροστάνδης, (χρονικό 1975), Ta ksilopοhαρα (παιδικό παραμύθι γραμμένο σε φωνητική άστικτη γραφή 1976) και τη συλλογή άρθρων και θεατρικών Έξω απ’ τα δόντια (1977). Ασχολήθηκε επίσης και με τη μετάφραση από τα αγγλικά, τα ρωσικά, τα γαλλικά, τα ιταλικά και τα γερμανικά. Το μυθιστόρημά του Το κιβώτιο μεταφράστηκε στα γαλλικά (1978) και στα αγγλικά και ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες για ανθολογίες και περιοδικά. Το έργο του, ειδικά το μυθιστόρημά του, αποτέλεσε θέμα πολλών πανεπιστημιακών εργασιών.



H κριτική για το έργο του

«Είχα δηλώσει […] την αμηχανία μου μπροστά σ’ αυτό το αυχμηρό ποιητικό τοπίο, όπου οι αιρετικές διδακτικές προθέσεις και η σκληρή θεματική ύλη δημιουργούν κάποια συμφόρηση στην επιφάνεια του ποιήματος […]. Αυτή είναι μια, δίχως την αρμόδια ύλη της, περιγραφή της ποιητικής και πολιτικής διαδρομής του Άρη Αλεξάνδρου: από την αγωνιστική κατάφαση στις συμπληγάδες της πολιτικής εμπλοκής και τελικά στη σοφία της βιολογίας που ακυρώνει -στην ανάγκη και αναρχικά- τις αρχές και τις εντολές των διευθυντηρίων της διορισμένης αριστεράς. Μέσα από τις δυσκολίες αυτές η πολιτική ηθική γύρεψε το στόχο της ποίησης. Αν τον έφτασε κιόλας δεν ξέρω. Θα το δείξει ο χρόνος».

(Δ.Ν. Μαρωνίτη, “Οι λέξεις της πολιτικής και ο λόγος της ποίησης”, εφ. Το Βήμα, 9.6.1976)

«Ο Αλεξάνδρου επίσης είναι ποιητής βγαλμένος από τον εμφύλιο πόλεμο, αλλά στο καλύτερο μέρος του δεν είναι πολεμικός ποιητής· είναι μάλλον ποιητής του “ψυχρού εμφυλίου πολέμου” που γνώρισε η Ελλάδα, της περιόδου εκείνης με τη λίγο-πολύ ανοιχτή σύγκρουση κομμουνιστών και αντικομουνιστών, που η αρχή του τέλους της σήμανε με την κατάρρευση των κολονέλων το 1974. Παρά το γεγονός ότι ο Αλεξάνδρου εντάσσεται πλήρως στην εποχή του, δεν είναι τυφλά στρατευμένος: μ’ όλη την αριστερή του πίστη, η προοπτική του, όπως αποκρυσταλλώνεται στην καλύτερη παραγωγή του, είναι περισσότερο ουμανιστική παρά μαρξιστική. Ο Αλεξάνδρου ανήκει στη νέα γενιά που επηρεάστηκε από τους πρεσβύτερους Κώστα Βάρναλη και Γιάννη Ρίτσο και απογοητεύτηκε πιο έντονα από τον μοσχοβίτικο κομμουνισμό, από τον οποίο ήλπιζε περισσότερα από όσα οι δάσκαλοί του το γεγονός ότι τόλμησε να βάζει υπότιτλο σε ένα ποίημα “με τον τρόπο του Ζντάνωφ” εξηγεί αρκετά το γιατί δεν έφτασε, όπως οι δύο άλλοι Έλληνες, στο βραβείο Λένιν. Ο Βάρναλης είναι κραυγαλέα πολέμιος της κυρίαρχης τάξης· ο Ρίτσος πανηγυρικά αλληλέγγυος με την εργατική τάξη. ο Αλεξάνδρου ερευνά την προσωπική, αταξική ηθική».

(Ricks D., “Aris Alexandrou”, Grand Street, 1989. Από το: Ραυτόπουλος Δ., Άρης Αλεξάνδρου, ο εξόριστος, Σοκόλης, Αθήνα, 1996, σελ. 348)

«Στο μυθιστόρημα αυτό δεν υπάρχει καθόλου το μεταφυσικό στοιχείο, δεν απαντούν οι αποφασιστικές εκείνες καφκικές “παρουσίες”, που η προέλευσή τους και η απώτερη σημασία τους δεν ανιχνεύεται πουθενά. Ο Α.Α. δεν είναι υπαρξιακός, είναι πολιτικός συγγραφέας και καταπιάνεται μ’ ένα μέγιστο αλλά συγκεκριμένο πρόβλημα του καιρού μας […]. Όμως ο Α.Α. δεν είναι ρεαλιστής. Και αν “ποιητική αδεία” παραμορφώνει την πραγματικότητα, τόσο στις γενικές διατάξεις της όσο και στους υπερτονισμούς κάποιων κυρίως σατιρικών ευρημάτων […] κατορθώνει να ζωντανέψει πιστότερα και ουσιαστικότερα τη ζοφερή μας πραγματικότητα εκείνης της εποχής, με μια μάλιστα ασυνήθιστη αίσθηση του χώρου και των αντικειμένων. Και ταυτόχρονα ν’ αδράξει στην καθολικότητά του το πρισματικό πρόβλημα που τον απασχολεί, να το ψηλαφίσει στις διάφορες έδρες του: την απανθρωπιά όχι μόνο των πράξεων αλλά και της νοοτροπίας και των σχέσεων με τον πλησίον, που δημιουργεί η αξίωση της τυφλής προσήλωσης στον αυθαίρετο μηχανισμό που θα επιβάλει βίαια τον ανθρωπισμό στην υφήλιο^ τη συνακόλουθη εξαφάνιση της προσωπικότητας […]. Το έσχατο θύμα αυτής της εξωφρενικής κατάστασης είναι η ίδια η λογική στις επεξεργασίες της οποίας οφείλεται η τερατογονία - αίρεται η λογική για να στηθεί στη θέση της ο νέος σχολαστικισμός του 20ού αιώνα».

(Δ. Κοτζιάς, εφ. Η Καθημερινή, 18.5.1975)

«Αν λειτουργούσαν σωστά στον τόπο μας τα κανάλια από όπου το αναγνωστικό κοινό πληροφορείται για την αξία ενός βιβλίου, το Κιβώτιο θα έπρεπε να είχε ήδη αποτελέσει εκδοτικό γεγονός. […] Προσπαθεί να είναι “φαινομενολογία” του σύγχρονου κόσμου, που γενναίες δόσεις ναρκωτικών φαρμάκων και παραισθησιογόνων δηλητηρίασαν το αίμα του. Το Κιβώτιο δεν είναι έργο ρεαλιστικό. Ενώ περιγράφονται γεγονότα των τελευταίων μηνών του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα (μέσα του 1949), ο αναγνώστης αναγνωρίζει κάπως αόριστα τη συγκεκριμένη πραγματικότητα αλλά ταυτόχρονα μια σύνθεσή της που υπερβαίνει τα ελληνικά δεδομένα. Και ακόμη περισσότερο, λόγος που καθιστά το μυθιστόρημα πιο ευανάγνωστο και πιο ευθύβολο: η άλλη πραγματικότητα που ορίζεται, η εσωτερική, δεν κτίζεται μόνο με στοιχεία που δανείζεται από το υλικό της επαναστατικής αριστεράς, αλλά και από κάθε σύγχρονο “ιερατείο”».

(Α. Αργυρίου, Αντί, περίοδος Β΄, 32, 1975)

«Το Κιβώτιο μπορούμε να το δούμε σαν μια κεφαλαιώδη μεταφορά της λογοτεχνίας μας, μεταφορά που αναγγέλλει το τέλος μιας εποχής, του “ρεαλισμού” και των επαρκειών που τον στήριζαν: το τέλος όχι της κοινωνίας, αλλά της πολιτικής κοινωνίας, της ιεραρχίας και της εξουσίας, που μπροστά τους το υποκείμενο δεν έχει γλώσσα».

(Δ. Ραυτόπουλος, “Μια κεφαλαιώδης μεταφορά στην πεζογραφία μας” Ηριδανός, 5-6, 1976)

«Το Κιβώτιο του Άρη Αλεξάνδρου, από άποψη ποιότητας λόγου και μεταμόρφωσης πραγματικών περιστατικών σε μύθο, είναι ένα αξιόλογο έργο. Η τέλεια κατοχή του εκφραστικού οργάνου, ο μοντέρνος τρόπος γραφής που κατορθώνει να ενσαρκώσει την αλλοτρίωση του ανθρώπου και το φετιχισμό του κόμματος -άσχετο αν η ιδέα βρίσκει σύμφωνο ή όχι τον αναγνώστη- είναι στοιχεία που φανερώνουν γνήσιο λογοτεχνικό ταλέντο. […]. Το πόσο αυτά ανταποκρίνονται στην αλήθεια είναι άλλο θέμα. Όλος ο αγώνας και η ιδεολογική ανάταση μιας ολόκληρης γενιάς, που πυρακτώθηκε από τα ιδανικά ενός καινούριου ανθρωπισμού και μιας δικαιότερης κοινωνίας, ήταν κατά τον συγγραφέα του Κιβώτιου αποτέλεσμα απάτης, που ίσως δεν οφείλονταν, όπως μπορεί να συμπεράνει ο αναγνώστης από κάποιους υπαινιγμούς, μόνο στα λάθη, αλλά και στη δολιότητα της ηγεσίας».

(Ν. Γρηγοριάδης, Χρονικό, 1975)

«Αυτό είναι το βασικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ξετυλίγεται ο υπαρξιακός μύθος του Άρη Αλεξάνδρου. Είναι μια τεχνική που εμπλέκει τον συγγραφέα, τον αφηγητή και τον αναγνώστη, που αντανακλά μια συνολική εικόνα της ανθρωπότητας, γιατί όλοι παγιδεύονται στην περιπέτεια και το μυστήριο μιας αποστολής. Όλοι παίρνουν μέρος στην παράλογη και όμως γοητευτική, πολύπλοκη αλλά υπέροχα απλή πορεία από την πόλη Ν στην πόλη Κ, την “αρχή” και το “τέλος” του κυκλικού δρόμου ανάμεσα στο τίποτα και την ύπαρξη, στη γέννηση και το θάνατο. Καθένας τους είναι λαγωνικό που ψάχνει να βρει τον προδότη της επιχείρησης Κιβώτιο, καθένας τους είναι ο αναζητητής της αλήθειας που άλλοτε θαμπώνεται από το φως και άλλοτε μπερδεύεται
από το σκοτάδι του άδειου κιβώτιου ή του κελιού που περιέχει μόνο την ύπαρξή του. […] Ο Α. Α. θεωρείται συχνά σαν συγγραφέας που εκφράζει τους σκοτεινούς τόνους της απομόνωσης, της ήττας και της απογοήτευσης. Ενώ αυτοί οι τόνοι υπάρχουν στον ποιητή στην αναπαράσταση της ανθρώπινης ύπαρξης, δεν είναι παρά ένα μέρος της όλης σύνθεσης -του ίδιου του Άρη το “επισκεπτήριο” σε μεγέθυνση, που είναι ένα πλούσιο μωσαϊκό από τις υπενθυμίσεις, τις νατουραλιστικές λεπτομέρειες και την ψυχολογική διόραση του Ντοστογιέφσκη, το παιχνίδι της σκέψης και της γλώσσας του Τζόυς, το αλλόκοτο, το παράλογο και το χιούμορ του Κάφκα, την ακρίβεια και ένταση του Χεμινγουέη, την υπεραφθονία του Φόκνερ σαν διηγηματογράφου και την κλίση για τα γεωμετρικά και διανοητικά παιχνίδια του Ρομπ-Γκριγιέ και του Γιόργκε Λούι Μπόρχες».

(Ρ. Κριστ, “Το Κιβώτιο σαν υπαρξιακός μύθος: Το Επισκεπτήριο του Άρη Αλεξάνδρου”, Αντί, περίοδος Β΄, 123, 1979)

Δείτε επίσης:

Κωνσταντίνος Καβάφης «Ἀλεξανδρινοί Βασιλεῖς» (Ανάλυση)

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...