Αργύρης Χιόνης [«Κούφον γαρ χρήμα»] | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Αργύρης Χιόνης [«Κούφον γαρ χρήμα»]

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Conni Togel 

Αργύρης Χιόνης [«Κούφον γαρ χρήμα»]

Β΄
Είναι κάτι πρεσβυωπικά γερόντια οι ποιητές
μονάχα μακριά μπορούν να δουν
Μακριά στο παρελθόν μακριά στο μέλλον
τα πράγματα τα κοντινά δεν τα διακρίνουν
περπατούν σκοντάφτουνε τρικλίζουν
τα χέρια απλώνουν ψαχουλευτά πασχίζουν
σαν την τυφλόμυγα πού βρίσκονται να βρουν

Το σήμερα μαντίλι γύρω από τα μάτια τους δεμένο.

Ο Αργύρης Χιόνης μας δίνει την άποψή του για τους ποιητές σ’ ένα ποίημα που επιμερίζεται σε μικρότερα αποσπάσματα κι έχει το γενικό τίτλο «Κούφον γαρ χρήμα». Η φράση αυτή, που σημαίνει ότι [ο ποιητής] είναι κάτι πολύ ανάλαφρο, είναι παρμένη από τον πλατωνικό διάλογο Ίων, στον οποίο ο Σωκράτης διαλέγεται με τον ραψωδό Ίωνα και μεταξύ άλλων του εξηγεί πως η ποιητική δημιουργία προκύπτει με θεϊκή παρέμβαση. Οι ποιητές, σύμφωνα με τον Σωκράτη, συνθέτουν την ποίησή τους, βασιζόμενοι, όχι στη γνώση τεχνικών κανόνων, αλλά σε κάποιο θεϊκό χάρισμα. Κάτι που σημαίνει ότι στα έργα των κορυφαίων δημιουργών ακούμε τη φωνή του θεού και όχι του ποιητή.
Το απόσπασμα έχει ως εξής: «κοῦφον γὰρ χρῆμα ποιητής ἐστιν καὶ πτηνὸν καὶ ἱερόν, καὶ οὐ πρότερον οἷός τε ποιεῖν πρὶν ἂν ἔνθεός τε γένηται καὶ ἔκφρων καὶ ὁ νοῦς μηκέτι ἐν αὐτῷ ἐνῇ·»
Γιατί ο ποιητής είναι κάτι πολύ ανάλαφρο, που πετάει, κάτι ιερό, και δεν μπορεί να δημιουργήσει προτού να τον κυριέψει ο ενθουσιασμός και πέσει σε έκσταση και πάψει πια να έχει μέσα του λογικό· (Μετάφραση: Ν. Σκουτερόπουλος)

Με τις σκέψεις του Σωκράτη να υπονοούνται από τον τίτλο, ο Χιόνης προχωρά σε μια δική του εκτίμηση για την ικανότητα των ποιητών να αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα. Οι ποιητές παρουσιάζονται από τον Χιόνη ως πρεσβυωπικά γερόντια που μπορούν να δουν μόνο μακριά (ο ποιητής χρησιμοποιεί εδώ την πάθηση της πρεσβυωπίας, που εμφανίζεται σε άτομα μεγάλης ηλικίας και δεν τους επιτρέπει να δουν καθαρά αυτά που βρίσκονται πολύ κοντά τους).
Οι ποιητές, λοιπόν, είναι σε θέση να δουν και να εκτιμήσουν σωστά μόνο τα γεγονότα του παρελθόντος, όπως και να εικάσουν ορθά τα γεγονότα του μέλλοντος, αλλά δεν μπορούν να αντιληφθούν σωστά τα γεγονότα του παρόντος.
Η αδυναμία αυτή σημαίνει ότι παρά την ικανότητα που έχουν οι ποιητές να οδηγούνται σε καίριες συνολικές θεωρήσεις για καταστάσεις του παρελθόντος ή για τις επερχόμενες αλλαγές, δεν έχουν καθαρή ματιά για όσα συμβαίνουν γύρω τους. Κάτι που θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως προτροπή του Χιόνη, στους ομοτέχνους του, να απέχουν από το σχολιασμό των γεγονότων της επικαιρότητας.
Τι είναι όμως αυτό που εμποδίζει τους ποιητές να δουν καθαρά τα γεγονότα του παρόντος; Η απάντηση υπονοείται ήδη από τον τίτλο του ποιήματος, κι έχει να κάνει με την ανθρώπινη υπόστασή τους. Όπως αναφέρει ο Σωκράτης, οι ποιητές δεν μπορούν μόνοι τους να δημιουργήσουν εξαίσια έργα, χρειάζονται τη συνδρομή του θεού. Αντιστοίχως, ο Χιόνης αναφέρεται στη συναισθηματική εμπλοκή του ανθρώπου-ποιητή με όσα διαδραματίζονται γύρω του και τον επηρεάζουν άμεσα. Ο ποιητής παρασυρμένος από τα συναισθήματά του θα σχολιάσει τα γεγονότα της εποχής του, λαμβάνοντας θέση σύμφωνα με τις προσωπικές του απόψεις και ιδεολογίες, χάνοντας έτσι την αντικειμενική ματιά που απαιτεί η καθολική και έγκυρη εκτίμηση. Κινούμενος από τη δική του συναισθηματική κατάσταση, αδυνατεί να διαμορφώσει μια ανεπηρέαστη άποψη και φορτίζει τους στίχους του με τα προσωπικά του συναισθήματα και τις δικές του απόψεις, στερώντας από την ποίησή του την καθαρότητα εκείνη που διακρίνει τα σημαντικά έργα.
Χαρακτηριστική, ως προς αυτό, είναι η πάγια στάση που κράτησε ο Καβάφης, ο οποίος ποτέ δεν συνέθετε τα ποιήματά του υπό την άμεση επήρεια των εντυπώσεων της πραγματικότητας. Άφηνε τις εντυπώσεις αυτές να καταλαγιάσουν και μόνο μετά το πέρασμα αρκετών χρόνων προχωρούσε στην ποιητική μετουσίωσή τους. Την τακτική αυτή, που ενστικτωδώς ακολούθησε ο Καβάφης, προτείνει με το δικό του τρόπο και ο Χιόνης.
Το απόσπασμα αυτό κλείνει με μια ενδιαφέρουσα παρομοίωση, όπου οι ποιητές παρομοιάζονται μ’ εκείνους που παίζουν τυφλόμυγα κι έχοντας κλείσει τα μάτια τους με το μαντίλι, πασχίζουν ψαχουλευτά να συνειδητοποιήσουν που βρίσκονται. Το μαντίλι που κλείνει τα μάτια τους είναι το σήμερα, όπως αναφέρει ο ποιητής, δίνοντας έτσι με ιδιαίτερα παραστατικό τρόπο την αδυναμία των ομοτέχνων του να κρίνουν και να εκτιμήσουν σωστά όσα συνιστούν το παρόν τους.

Δ΄
Η ποίηση πρέπει να ‘ναι
Ένα ζαχαρωμένο βότσαλο
Πάνω που θα ‘χεις γλυκαθεί
Να σπας τα δόντια σου.

Το Δ΄ απόσπασμα του ποιήματος παρουσιάζει την άποψη του Χιόνη για τη φύση της ποίησης. Όπως ένα βότσαλο επικαλυμμένο με ζάχαρη που σε ξεγελά με τη γλυκιά του γεύση, κι όταν το δαγκώνεις σπας τα δόντια σου, έτσι θα πρέπει να συντίθεται και η ποίηση.
Με φροντίδα για τη μορφή της, ώστε η αρμονία και η ομορφιά των στίχων να προσελκύει τον αναγνώστη, αλλά στον πυρήνα της να περιέχει ουσιαστικά μηνύματα με όλη την σκληρότητα της αλήθειας τους.
Η ουσία, βέβαια, της ποίησης δεν βρίσκεται στα εξωτερικά στοιχεία της, αλλά στις επώδυνες αλήθειες που οφείλουν συχνά να διατυπώσουν οι ποιητές. Γι’ αυτό κι ο ποιητής θεωρεί πως η μέριμνα για τη μορφή του ποιήματος θα πρέπει να λειτουργεί απλώς ως θελκτική προτροπή προς τον αναγνώστη. Ενώ, τα κεντρικά μηνύματα του ποιήματος δεν θα πρέπει για κανένα λόγο να υπονομεύονται ή να θυσιάζονται για χάρη της ποιητικής ομορφιάς. Η ποίηση οφείλει να παραμένει μέσο έκφρασης όλων εκείνων των διαπιστώσεων και σκέψεων που με τη σκληρότητά τους, ωθούν τους αναγνώστες σε επίπονες, αλλά καίριες συνειδητοποιήσεις.

Δείτε επίσης:



Παράλληλα κείμενα για το «Μελαγχολία του Ἰάσονος Κλεάνδρου∙ Ποιητοῦ ἐν Κομαγγηνῇ∙ 595 μ.Χ.»

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...