Επαναληπτικές Απολυτήριες Εξετάσεις 2004 "Όνειρο στο Κύμα" | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Επαναληπτικές Απολυτήριες Εξετάσεις 2004 "Όνειρο στο Κύμα"

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Sandi Whetzel

Επαναληπτικές Απολυτήριες Εξετάσεις 2004

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, «Ὄνειρο στό κῦμα» (απόσπασμα)

Μίαν ἑσπέραν, καθώς εἶχα κατεβάσει τά γίδια μου κάτω εἰς τόν αἰγιαλόν.... εἶδα
πράγματι ὅτι ἡ Μοσχούλα εἶχε πέσει ἀρτίως εἰς τό κῦμα γυμνή, κ' ἐλούετο...

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
1. Στον Παπαδιαμάντη «φύση και άνθρωπος αλληλοεξαρτώνται και αλληλοεπηρεάζονται» (Κυριάκος Πλησής, Προσεγγίσεις: Λογοτεχνικά δοκίμια για 12 Νεοέλληνες Συγγραφείς, «Αστήρ» Αλ. και Ε. Παπαδημητρίου, 1955). Να δώσετε τρία παραδείγματα από το κείμενο με τα οποία επιβεβαιώνεται η παραπάνω άποψη (Μονάδες 9) και με βάση αυτά να χαρακτηρίσετε το είδος της πεζογραφίας του Παπαδιαμάντη (Μονάδες 6).
Μονάδες 15

Η ιδιαίτερη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση, σχέση αλληλεπίδρασης και αλληλεξάρτησης, προβάλλεται με εξαιρετική ενάργεια στην ενότητα αυτή του διηγήματος. Ο ήρωας μαγεύεται από την ομορφιά της φύσης και χάρη σ’ αυτή βιώνει μια καθαρή αίσθηση ελευθερίας και ευδαιμονισμού, ενώ η φύση με τη σειρά της μετέχει στα συναισθήματα του ήρωα, γίνεται ο χώρος που συντελείται το γιόρτασμα της νεότητας και συνάμα αυτονομείται και αποκτά διαστάσεις συμβόλου.
Πιο συγκεκριμένα, με την πρώτη παράγραφο της ενότητας: «Μιαν εσπέρα, καθώς είχα κατεβάσει τα γίδια μου κάτω εις τον αιγιαλόν, ανάμεσα εις τους βράχους.... ήτον μεγάλη χαρά και μαγεία, και την “ελιμπίστικα”, κ’ ελαχτάρησα να πέσω να κολυμβήσω. Ήτον τον Αύγουστον μήνα.», παρουσιάζεται μια εξαίσια εικόνα της θάλασσας και της ακρογιαλιάς που μαγνητίζει τον ήρωα και του δημιουργεί μια έντονη επιθυμία να κολυμπήσει. Ο νεαρός βοσκός έκθαμβος από την ομορφιά του φυσικού τοπίου αποφασίζει να ενδώσει στο κάλεσμα της θάλασσας, γεγονός που αναδεικνύει αφενός το βαθμό στον οποίο η φύση επηρεάζει τον ήρωα και αφετέρου εξυπηρετεί την οικονομία του έργου, καθώς θα «παγιδεύσει» τον νεαρό στο συγκεκριμένο χώρο.
Το κάλλος του φυσικού τοπίου παρουσιάζεται εκ νέου στην πορεία του κειμένου: «Εγύρισα οπίσω, κατέβην πάλιν τον κρημνόν, κ’ έφθασα κάτω εις την θάλασσαν. Την ώρα εκείνην είχε βασιλέψει ο ήλιος... ή ήτον ο τάπης, που του έστρωνε, καθώς λέγουν, η μάννα του, δια να καθίση να δειπνήση.». Η εικόνα της ομορφιάς διευρύνεται σ’ αυτό το χωρίο περιλαμβάνοντας πλέον και τον ουρανό, σχηματίζοντας έτσι ένα πλήρες σκηνικό θεσπέσιας ωραιότητας. Από τη θάλασσα ως τον ουρανό, όπου κι αν στρέψει το βλέμμα του ο ήρωας είναι περιτριγυρισμένος από τη μαγεία της φύσης. Το σημείο αυτό -όπως και το προηγούμενο χωρίο- έχει διττή λειτουργία καθώς από τη μία ενισχύει κι επιβεβαιώνει το μάγεμα του νεαρού από τη θέαση του φυσικού περιβάλλοντος κι από την άλλη τονίζει την αυτονομία της φύσης. Η φύση δεν είναι προέκταση του ανθρώπου, είναι ένα θεϊκό κτίσμα που επενεργεί δραστικά στον άνθρωπο και κατέχει τη δική της αυτούσια αξία.
«Επέταξα αμέσως το υποκάμισόν μου, την περισκελίδα μου, κ’ έπεσα εις την θάλασσαν. Επλύθην, ελούσθην... ως να μετείχον της φύσεως αυτού, της υγράς και αλμυράς και δροσώδους.». Η στιγμή που ο νεαρός ήρωας θα πέσει στη θάλασσα, είναι η στιγμή που θα του δώσει την ευκαιρία να γευτεί πλήρως την ομορφιά που μέχρι τότε θαύμαζε ως παρατηρητής. Ο ήρωας αισθάνεται γλύκα και ανείπωτη μαγεία, βιώνει έναν καθολικό ευδαιμονισμό και πολύ περισσότερο φαντάζεται τον εαυτό του να ενώνεται με τη φύση του κύματος, νιώθει δηλαδή σα να γίνεται ένα με την υγρή και δροσερή υπόσταση του θαλασσινού νερού. Το χωρίο αυτό έχει ιδιαίτερη αξία όχι μόνο γιατί αναδεικνύει την ευτυχία που προσφέρει η επαφή με τη φύση στο νεαρό, αλλά και γιατί καθιστά τη φύση ως τον καθαυτό χώρο όπου είναι εφικτή η βίωση της απόλυτης ελευθερίας και ευδαιμονίας. Η φύση χάρη στην ευδαιμονική εμπειρία του νεαρού ήρωα, αποδεσμεύεται από τη στατική εικόνα του όμορφου τοπίου, αποκτά ζωτικό παλμό και αναδεικνύεται ως σύμβολο ελευθερίας και γνήσιου ευδαιμονισμού.

Τα χωρία αυτά που φανερώνουν τη σχέση αλληλεπίδρασης ανάμεσα στη φύση και στον άνθρωπο, αναδεικνύουν παράλληλα και την πολύπλευρη διάσταση της πεζογραφίας του Παπαδιαμάντη. Μπορούμε δηλαδή να διαπιστώσουμε ότι η αναφορά στην ηθογραφία και το ρεαλισμό δεν καλύπτει πλήρως τις ποικίλες αποχρώσεις του αφηγηματικού λόγου του συγγραφέα.
Όπως προκύπτει, λοιπόν, από τα συγκεκριμένα χωρία το Όνειρο στο κύμα είναι ηθογραφικό, υπό την έννοια ότι αναφέρεται στα βιώματα ενός νεαρού βοσκού στην επαρχιακή γενέτειρά του και συνάμα προβάλλει την ειδυλλιακή και γαλήνια ζωή κοντά στη φύση. Χαρακτηριστικό, άλλωστε, γνώρισμα της ηθογραφίας είναι και η καταγραφή λαϊκών παραδόσεων, στοιχείο που γίνεται ιδιαίτερα σαφές όταν ο αφηγητής μας παραπέμπει («καθώς λέγουν») στη λαϊκή παράδοση σχετικά με τον τάπητα που στρώνει η μητέρα του ήλιου στο γιο της για να δειπνήσει.
Το διήγημα βέβαια έχει και στοιχεία ρομαντισμού τα οποία προκύπτουν τόσο από το υποβλητικό σκηνικό που δημιουργεί ο συγγραφέας με το φως του φεγγαριού, όσο και από τη γενικότερη κυριαρχία της φύσης στη διήγησή του.
Επίσης, θα πρέπει να τονιστεί η ποιητικότητα του κειμένου που γίνεται εμφανής στην περιγραφή της ακρογιαλιάς, με τα ποικίλα σχήματα λόγου, αλλά και με τη γενικότερη λυρική διάθεση που κινεί το λόγο του συγγραφέα.
Στο κείμενο διακρίνουμε παράλληλα έντονο το στοιχείο του συμβολισμού, καθώς η περιγραφή της επαφής του νεαρού ήρωα με τη θάλασσα και η βαθιά ευδαιμονία που βιώνει, καθιστούν τη θάλασσα ως ένα σύμβολο της ελευθερίας και της πραγματικής ευτυχίας.
Η ειδυλλιακή εικόνα της ζωής του νεαρού βοσκού κοντά στη φύση και οι εικόνες απαράμιλλης ομορφιάς που μας παρουσιάζονται, κάνουν αισθητή την απήχηση του Αρκαδισμού στο συγκεκριμένο διήγημα. Η απλότητα της ζωής, η ομορφιά της φύσης και η βαθιά ευδαιμονία του ήρωα από την αρμονική συνύπαρξή του με το φυσικό περιβάλλον, μας παραπέμπουν σε ανάλογες θεματικές της βουκολικής ποίησης.
Συμπληρωματικά θα πρέπει να αναφέρουμε την ψυχογραφική διάσταση του κειμένου, με τη συνεχή φροντίδα του συγγραφέα να καταγράφει τις ψυχικές διακυμάνσεις του νεαρού ήρωα και την ένταση της ευδαιμονίας που του προσφέρει η επαφή του με τη φύση. Στο σημείο μάλιστα που ο ήρωας κολυμπά και φαντάζεται τον εαυτό του να γίνεται ένα με το κύμα, εντοπίζουμε και τη μεταφυσική διάσταση του κειμένου, όπου η αίσθηση της απόλαυσης και της ευτυχίας διατρέχει τόσο βαθιά τον ήρωα, ώστε του δημιουργείται η εντύπωση πως έχει πια ενωθεί με την πηγή του ασύγκριτου ευδαιμονισμού του, πως μετέχει δηλαδή της υγρής φύσης της θάλασσας.  

2. Αφού διαβάσετε προσεκτικά το απόσπασμα από το «Ὄνειρο στό κῦμα» του Αλ. Παπαδιαμάντη, να αναγνωρίσετε τον τύπο του αφηγητή και την εστίαση και να εντοπίσετε πέντε (5) εκφραστικά μέσα στην πρώτη παράγραφο του αποσπάσματος «Μίαν ἑσπέραν ... Ἦτον τόν Αὔγουστον μῆνα».
Μονάδες 20

Ο αφηγητής της ιστορίας είναι ομοδιηγητικός, υπό την έννοια ότι διηγείται την ιστορία του και κατ’ επέκταση δραματοποιημένος, αφού συμμετέχει ως πρόσωπο της ιστορίας που αφηγείται.
Η αφήγηση των γεγονότων γίνεται με εσωτερική εστίαση από τον ήρωα της ιστορίας, το νεαρό βοσκό. Η θέαση δηλαδή είναι περιορισμένη και ανήκει στον κεντρικό ήρωα, ο οποίος σε αντίθεση με τον παραδοσιακό παντογνώστη αφηγητή, δεν γνωρίζει καθετί που σχετίζεται με την ιστορία. Η εσωτερική εστίαση επιτρέπει έτσι την παρουσίαση δραματικών απροόπτων, όπως είναι το «σφοδρόν πλατάγισμα εις την θάλασσαν», που ξαφνιάζει τον νεαρό ήρωα.

Εκφραστικά μέσα
«εσχημάτιζε χίλιους γλαφυρούς κολπίσκους»: υπερβολή
«(εσχημάτιζε) αγκαλίτσες το κύμα»: μεταφορά
«αλλού εκυρτώνοντο οι βράχοι εις προβλήτας και αλλού εκοιλαίνοντο εις σπήλαια»: αντίθεση
«το οποίον ειρεχώρει μορμυρίζον, χορεύον»: προσωποποίηση του νερού
«όμοιον με το βρέφος του ψελλίζον...» παρομοίωση

3. Να εξετάσετε τη λειτουργία της περιγραφής στο συγκεκριμένο απόσπασμα.
Μονάδες 20

Η περιγραφή της ομορφιάς του φυσικού τοπίου, με την ανάδειξη της μαγείας που ασκεί η ακρογιαλιά στον νεαρό ήρωα, ενέχει σημαντική αξία για το όλο διήγημα. Ο Παπαδιαμάντης επιθυμεί να παρουσιάσει την ωραιότητα της φύσης τονίζοντας παράλληλα και την αυτονομία της έναντι του ανθρώπου. Σε αντίθεση με το λαϊκό ανιμισμό της φύσης, όπως δίνεται στα δημοτικά τραγούδια, όπου η φύση νοείται ως τμήμα του ανθρώπινου βίου και αποκτά υπόσταση μόνο όταν σχετίζεται με τη δράση των ανθρώπων, ο Παπαδιαμάντης θέλει να αναδείξει την αυτονομία της.
Η φύση για τον Παπαδιαμάντη δεν αποτελεί προέκταση του ανθρώπου, είναι ένα θείο δημιούργημα με ανυπέρβλητη ομορφιά που αξίζει απόλυτα την προσοχή του αναγνώστη-ανθρώπου. Μέσω της περιγραφής, επομένως, ο συγγραφέας κατορθώνει να παραστήσει το κάλλος του φυσικού τοπίου και να δείξει την εύλογη επίδραση που ασκεί στον ήρωα της ιστορίας. Η ποιητική περιγραφή του συγγραφέα έρχεται να καταστήσει σαφές το γεγονός ότι η φύση αποτελεί φορέα ευδαιμονίας για τον άνθρωπο που είναι έτοιμος να αφεθεί στο κάλεσμά της.
Χάρη στις εξαίρετες περιγραφές του Παπαδιαμάντη, άλλωστε, πραγματώνεται πληρέστερα η ηθογραφική διάσταση του κειμένου, καθώς η ειδυλλιακή εικόνα για τη ζωή στην ύπαιθρο εμπλουτίζεται με την κυρίαρχη ομορφιά του φυσικού τοπίου. Έτσι, η μαγεία που αισθάνεται ο ήρωας και η βαθιά συγκίνησή του μπροστά στο μεγαλείο του φυσικού περιβάλλοντος αιτιολογείται άριστα μέσα από τη λυρικότητα των περιγραφών του συγγραφέα. Ο αναγνώστης αντικρίζει μέσα από τα μάτια του αφηγητή την ομορφιά του τοπίου και αισθάνεται μια παρόμοια συγκίνηση.
Συνοπτικά θα μπορούσαμε να πούμε πως η περιγραφή είναι το μέσο του συγγραφέα για να μεταδώσει στον αναγνώστη την αγάπη του για το σκιαθίτικο τοπίο, αλλά και τη βαθιά του πεποίθηση πως μόνο κοντά στη φύση είναι εφικτή η ευτυχία του ανθρώπου.
Εύλογο είναι τέλος πως με την περιγραφή του τοπίου ο συγγραφέας παρουσιάζει το σκηνικό χώρο στον οποίο εκτυλίσσεται η ιστορία που μας αφηγείται.


4. «Ὁ κρότος ἤρχετο δεξιόθεν, ... συνήθως ἐλούετο». Να σχολιάσετε σε μία παράγραφο το χωρίο (περίπου 130 λέξεις).
Μονάδες 25

Ο νεαρός ήρωας ακούγοντας τον πλαταγισμό στο νερό αντιλαμβάνεται πως κάποιος έχει πέσει στη θάλασσα κι αμέσως η σκέψη του πηγαίνει στη Μοσχούλα, μιας και γνώριζε πως στο σημείο εκείνο συνήθιζε να κολυμπά η κοπέλα τα πρωινά. Η επιλογή του να κολυμπήσει σ’ εκείνο το μέρος αποτελεί, ως ένα βαθμό,  φανέρωμα των συναισθημάτων του για την κοπέλα, εφόσον συνειδητά διαλέγει το χώρο που συνήθως κολυμπά κι εκείνη. Εντούτοις, η έκπληξή του είναι γνήσια, καθώς αντιλαμβάνεται πλήρως την αρνητική εντύπωση που θα προκαλούσε η εκεί παρουσία του στη Μοσχούλα. Είναι σαφές πως η κοπέλα θα τον αντιμετώπιζε ως ένα σατυρίσκο, αν τον έβλεπε ξαφνικά μπροστά της. Η υποκοριστική χρήση της λέξης σάτυρος, έρχεται να κάνει πιο ήπια την αρνητική χροιά της, που συνδέεται με τους ασελγούς, λάγνους και ερωτικά παρενοχλητικούς ανθρώπους.
[Λέξεις 130]

5. Αφού συγκρίνετε το απόσπασμα από το «Ὄνειρο στό κῦμα» του Αλ. Παπαδιαμάντη με το επόμενο απόσπασμα από το μυθιστόρημα «Λεμονοδάσος» του Κοσμά Πολίτη να επισημάνετε τις ομοιότητες ως προς το περιεχόμενο.
Μονάδες 20

Κοσμάς Πολίτης, «Λεμονοδάσος» (απόσπασμα)

Χαρά Θεοῦ. Εἶναι νωρίς ἀκόμα κι ὁ μπάτης δέ σηκώθηκε. Ἡ θάλασσα γαλάζια κι ἀρυτίδωτη, μιά πάχνη ἀνάρια κάθεται χαμηλά, τριγύρω στόν ὁρίζοντα, σπαρμένη ἐδῶ κι ἐκεῖ μ’ ἀκίνητα λευκά πανάκια.
Πέρα, μακριά, στό θάμπος τοῦ πελάγου, ἕνα βραχάκι ὁλόρθο στέκεται μοναχικό καταμεσῆς τῆς θάλασσας. Ὁ ἥλιος τό ντύνει μ’ ἕνα φῶς ξανθό -τριανταφυλλί καί τό ἐξαϋλώνει. Λές κ' εἶν' ὁ Ἰησοῦς ἐπί τῶν ὑδάτων.
Νιώθω μέσα μου τήν πρωινή γαλήνη, χαμογελῶ σ’ ὅλους τούς ἐπιβάτες. Δέν εἶναι γνώριμα τά μέρη τοῦτα πού τά ξαναπέρασα πρίν ἀπό δεκαπέντε μέρες. Ἡ ἀκρογιαλιά, τόσο κοντά, πού ξεχωρίζω κάθε σκισιά τοῦ βράχου, κάθε χορτάρι πάνω στό βουναλάκι ψηλά.
Τώρα γίνηκε ἀπότομη. Τά πεῦκα, ξέχωρα φυτρωμένα, φτάνουνε ὥς τήν ἄκρη ἀπό τά βράχια. Ἕνα τους φύτρωσε ἀπόμερα πάνω στήν κάθετη πλαγιά· γέρνει πάνω στή θάλασσα νά τή φιλήσει.
Τά βουναλάκια χαμηλώνουν, ἀλλάζουν σέ πλατειές ταράτσες, ἡ μιά πάνω ἀπό τήν ἄλλη, φυτεμένες λιόδεντρα. Πίσω τους ἡ βαθυγάλαζη βουνοσειρά. Ὁ δρόμος ἀσπρίζει χαμηλά, πλάϊ στ’ ἀκρογιάλι.
Ἡ θάλασσα παίρνει ἕνα χρῶμα πιό βαθύ, ἀρχίζει νά ζαρώνη μέ τήν πρώτη ἀνάλαφρη πνοή. [...] Χάνω τό αἴσθημα τοῦ χρόνου -φαντάζομαι νά κυβερνῶ τή γρήγορη τριήρη τοῦ Ἰάσονα στό θριαμβευτικό ταξίδι της πρός τήν Κολχίδα.- Κάποιο καστανόχρυσο δέρας θά’ ναι τό ζηλεμένο ἔπαθλο. Ἀνοίξαν τά βουνά διάπλατα στό σίμωμά μας, ὅπως σέ παραμύθι, καί πλέομε ἀνάμεσα σέ καταπράσινες ἀκρογιαλιές πού ὅσο πᾶνε καί στενεύουν. [...] Ὁ ἥλιος καίει καλοκαιριάτικος.

Οι ομοιότητες των δύο κειμένων προκύπτουν από τη θεματική της φύσης που κυριαρχεί στα συγκεκριμένα αποσπάσματα και από την προσπάθεια των συγγραφέων να περιγράψουν αναλυτικά το τοπίο που οι ήρωες των δύο ιστοριών αντικρίζουν γύρω τους.
Ειδικότερα ομοιότητες έχουμε:
-          Στην αναφορά της επίδρασης που ασκεί το φυσικό τοπίο στη συναισθηματική κατάσταση των ηρώων. Ο νεαρός βοσκός θέλγεται από τη θάλασσα και όταν πέφτει στα νερά της νιώθει ανείπωτη μαγεία και φαντάζεται τον εαυτό του να γίνεται ένα με το κύμα, μετέχοντας της υγρής του φύσης. Αντιστοίχως, ο ήρωας-αφηγητής του Κοσμά Πολίτη νιώθει μέσα του τη γαλήνη του πρωινού κι αισθάνεται ευδιάθετος χάρη στην ομορφιά που τον περιβάλλει, ενώ από τη στιγμή που αφήνεται στην παρατήρηση της θάλασσας, χάνει την επαφή με το χρόνο και φαντάζεται τον εαυτό του να κυβερνά την τριήρη του Ιάσονα. Είναι χαρακτηριστική εδώ η δυνατότητα της φύσης να αποσπά τα πρόσωπα από το παρόν κι από την υπόστασή τους και να τους δημιουργεί την αίσθηση πως κινούνται σ’ ένα διαφορετικό κόσμο, άχρονο, όπου δεν ισχύουν οι περιορισμοί της πραγματικότητας.
-          Στην περιγραφή του τοπίου, όπου κυριαρχεί βέβαια η θάλασσα, με το παιχνίδισμα του νερού και των χρωματισμών της, εμπλουτίζεται όμως και με λεπτομερείς αναφορές στην ακρογιαλιά. Η παρουσία των βράχων και οι ποικίλες εναλλαγές που προσδίδουν στη σύσταση της ακρογιαλιάς, αναφέρεται και στα δύο κείμενα. Η εικόνα της απότομης ακρογιαλιάς με τους μεγάλους βράχους, πάντως, που αποδίδεται κι από τους δύο συγγραφείς μας παραπέμπει στο οικείο ελληνικό τοπίο των νησιών και των παραθαλάσσιων περιοχών. Η εικόνα, άλλωστε, συμπληρώνεται και στα δύο κείμενα με τα βουνά, τους λόγγους και τα μεταξύ τους μονοπάτια, που συνθέτουν την ιδιαιτερότητα του τοπίου που συνδυάζει ορεινά σημεία, επίπεδες επιφάνειες και φυσικά τις βραχώδεις ακρογιαλιές.
-          Στην ιδιαίτερη έμφαση που δίνεται σ’ έναν ορισμένο βράχο. Στο Όνειρο στο κύμα ο βράχος αυτός που χαρακτηρίζεται από τον ήρωα ως δικός του, οριοθετεί το χώρο ανάμεσα στην ακρογιαλιά που πέφτει να κολυμπήσει και στο σημείο που έχει αφήσει το κοπάδι του, αλλά και έχει δέσει την κατσίκα του. Από την στο Λεμονοδάσος έχουμε έναν μικρότερο βράχο που βρίσκεται μέσα στη θάλασσα, κι όπως λούζεται από το φως του ήλιου μοιάζει να εξαϋλώνεται. 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...