Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε. Κωνσταντίνος Καβάφης «Ο Δαρείος» [Η σχέση λογοτεχνίας – ιστορίας]

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Jo Hedwig Teeuwisse

Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε. Κωνσταντίνος Καβάφης «Ο Δαρείος» [Η σχέση λογοτεχνίας – ιστορίας]

Η σχέση λογοτεχνίας και ιστορίας είναι ένα θέμα που απασχόλησε τη φιλοσοφική σκέψη από την αρχαία εποχή. Να εξετάσετε αυτή τη σχέση, αφού μελετήσετε τα ποιήματα: Αναγνωστάκης Μ., Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ.Χ., Σεφέρης Γ., Τελευταίος Σταθμός, Καβάφης Κ. Π., Ιθάκη, καθώς επίσης και τα πεζογραφήματα: Δούκας Στρ. Η ιστορία ενός αιχμαλώτου και Μπεράτης Γ., Το πλατύ ποτάμι.

Η ιστορία ως πηγή εμπειρίας, ως βίωμα, ως φανέρωμα των διαρκέστερων και ισχυρότερων κινήτρων της ανθρώπινης δράσης∙ η ιστορία ως αφετηρία καθορισμού μελλοντικών εξελίξεων, αλλά και κάποτε ως φορέας παλαιότερων τρόπων σκέψης και ζωής, έχει πάντοτε στενή σχέση με τη λογοτεχνία. Οι πνευματικοί δημιουργοί είτε καταγράφοντας σημαντικά ιστορικά γεγονότα, όπως τα έζησαν οι ίδιοι, είτε στρεφόμενοι στην ιστορία για να αντλήσουν τα παραδείγματα εκείνα που τους βοηθούν να εκφράσουν αποτελεσματικότερα τις σκέψεις τους, διατηρούν πάντοτε μια σταθερή επαφή με το ιστορικό παρελθόν. Όπως έγραφε ο Δημήτρης Μαρωνίτης: «Η ιστορία αρχίζει από το σήμερα και προχωρεί στο αύριο. Αν τη συνδέουμε με τα περασμένα, είναι για να βοηθηθούμε από την πείρα των άλλων και να φτιάξουμε τη δική μας μοίρα, την τωρινή και την αυριανή∙ όχι για να χαζεύουμε και να ξεχνιόμαστε με το τι έκαμαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι.»

Η σχέση της λογοτεχνίας με την ιστορία έχει απασχολήσει τους ανθρώπους ήδη από την αρχαιότητα, όπως γίνεται αντιληπτό από το σχετικό σχολιασμό που υπάρχει στο Περί Ποιητικής του Αριστοτέλη. Ο φιλόσοφος σχολιάζει πως η διαφορά ανάμεσα στον ιστορικό και τον ποιητή είναι ότι ο ιστορικός καταγράφει όσα έχουν συμβεί, ενώ ο ποιητής όσα είναι λογικό να συμβούν με βάση τα ήδη υπάρχοντα δεδομένα. Συνεπώς η ποίηση μπορεί να επιτελέσει σημαντικότερη λειτουργία από την ιστοριογραφία, καθώς φροντίζει να μιλά για ό,τι έχει γενική ισχύ, ενώ η ιστορική καταγραφή αναφέρεται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Έτσι, με βάση την προσέγγιση του Αριστοτέλη, κατανοούμε πως οι ποιητές με επαγωγικούς συλλογισμούς αντλούν από τις ειδικές περιπτώσεις συμπεράσματα που έχουν καθολική και διαχρονική ισχύ.

Σε αντίθεση, ωστόσο, με την ιδιαίτερη εκτίμηση που εκφράζει ο Αριστοτέλης για τους ποιητές, υπάρχουν και αρνητικές εκτιμήσεις, όπως αυτή του Θουκυδίδη. Ο μεγάλος ιστορικός αναφερόμενος στους ποιητές των παλαιότερων χρόνων, σχολίαζε πως όποιος θέλει να γνωρίσει τα γεγονότα του παρελθόντος δε θα πρέπει να έχει μεγάλη εμπιστοσύνη στα έργα των ποιητών, γιατί σε αυτά περιέχονται υπερβολές της φαντασίας τους. Οι ποιητές, συμπληρώνει, έγραφαν περισσότερο με σκοπό να ευχαριστήσουν τους αναγνώστες τους, και όχι για να δώσουν μια ακριβή αποτύπωση της πραγματικότητας.

Πέρα, όμως, από την αρνητική αυτή άποψη του Θουκυδίδη, η οποία αναφερόταν σε δημιουργούς μιας εξαιρετικά απομακρυσμένης περιόδου, θα πρέπει να τονιστεί πως οι λογοτέχνες των νεότερων χρόνων αντιμετωπίζουν την ιστορία ως πηγή ουσιαστικών συμπερασμάτων και την αντιμετωπίζουν με τη δέουσα προσοχή. Όπως θα διαπιστώσουμε, άλλωστε, στη συνέχεια οι πνευματικοί δημιουργοί συνθέτουν συχνά το έργο τους την περίοδο που συμβαίνουν τα γεγονότα που τους απασχολούν ή λίγο καιρό μετά, κι έχουν έτσι πολύ καλή γνώση των δεδομένων που αξιοποιούν σε αυτό.

Ο Μανόλης Αναγνωστάκης στο ποίημα «Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ.Χ.», το οποίο συντίθεται στα χρόνια της δικτατορίας, ανατρέχει με πικρία στο πρόσφατο παρελθόν της χώρας για να τονίσει τις πολλαπλές δοκιμασίες των Ελλήνων καθώς και τη συνεχή διάψευση της προσδοκίας τους για την έλευση μιας καλύτερης κατάστασης, ενός καλύτερου μέλλοντος. Τη γερμανική κατοχή διαδέχεται ο εμφύλιος πόλεμος -η ατυχής προσπάθεια των αριστερών να θέσουν τις βάσεις για μια δικαιότερη ελληνική κοινωνία-, ενώ ακολουθούν τα δύσκολα μετεμφυλιακά χρόνια κατά τα οποία γίνονται διαρκείς διώξεις των αριστερών, με τα πάθη του εμφυλίου να υπονομεύουν συνεχώς την πολιτική σταθερότητα της χώρας. Κι ενώ η θέληση όλων ήταν να υπάρξει η μετάβαση σε μια περίοδο συμφιλίωσης, έρχεται η δικτατορία των συνταγματαρχών για να επιφέρει μια νέα επιδείνωση στα ελληνικά πράγματα.

«Άλλωστε τα παιδιά μεγάλωσαν, ο καιρός εκείνος πέρασε που ξέρατε
Τώρα πια δε γελούν, δεν ψιθυρίζουν μυστικά, δεν εμπιστεύονται,
Όσα επιζήσαν, εννοείται, γιατί ήρθανε βαριές αρρώστιες από τότε
Πλημμύρες, καταποντισμοί, σεισμοί, θωρακισμένοι στρατιώτες,
Θυμούνται τα λόγια του πατέρα: εσύ θα γνωρίσεις καλύτερες μέρες
Δεν έχει σημασία τελικά αν δεν τις γνώρισαν, λένε το μάθημα
          οι ίδιοι στα παιδιά τους
Ελπίζοντας πάντοτε πως κάποτε θα σταματήσει η αλυσίδα
Ίσως στα παιδιά των παιδιών τους ή στα παιδιά των παιδιών
          των παιδιών τους.»

Ο Αναγνωστάκης, ο οποίος έχει ζήσει τα τραγικά αυτά χρόνια για τη χώρα, αντικρίζει τη συνεχή διάψευση των προσδοκιών, τη συνεχή ολίσθηση σε νέες δυσκολίες και την καταγράφει ως καίριο στοιχείο προβληματισμού.

Μια δύσκολη για την Ελλάδα περίοδο ζει και καταγράφει ο Γιώργος Σεφέρης στο ποίημα «Ο τελευταίος σταθμός». Πρόκειται για το διάστημα που ακολουθεί την απομάκρυνση των Γερμανών από τη χώρα∙ το τέλος της γερμανικής κατοχής και το ξεκίνημα μιας νέας περιπέτειας, αυτής του εμφυλίου. Η αποχώρηση των Γερμανών αφήνει στην Ελλάδα ένα κενό εξουσίας το οποίο θα διεκδικηθεί από την προγενέστερη άρχουσα τάξη, που θέλει να λάβει και πάλι τον έλεγχο της χώρας, αλλά και από την αριστερή παράταξη, που επιδιώκει την αναδημιουργία της ελληνικής κοινωνίας σε βάσεις ευνοϊκότερες για τον ελληνικό λαό. Ο ποιητής παρακολουθεί από κοντά τους σχεδιασμούς εκείνων που είχαν φύγει από τη χώρα κατά τη διάρκεια της κατοχής, και με λύπη του διαπιστώνει πως ετοιμάζονται να επιστρέψουν για να εκμεταλλευτούν και πάλι τους ήδη εξαιρετικά καταπονημένους Έλληνες πολίτες.

«Το βροχερό φθινόπωρο σ’ αυτή τη γούβα
κακοφορμίζει την πληγή του καθενός μας
ή αυτό που θα ‘λεγες αλλιώς, νέμεση μοίρα
ή μονάχα κακές συνήθειες, δόλο και απάτη,
ή ακόμη ιδιοτέλεια να καρπωθείς το αίμα των άλλων.»

Η αναγκαστική αδράνεια των στελεχών της εξόριστης κυβέρνησης επιτείνει τις εσωτερικές αδυναμίες, τα αρνητικά στοιχεία κάθε προσώπου. Έτσι, καθώς παραμένουν ανενεργοί, στο βροχερό τοπίο της ξένης χώρας, οι πληγές τους –τα ελαττώματά τους- γεμίζουν πύον, χειροτερεύουν, σαν να επέρχεται η θεία δίκη, η τιμωρία για την ανήθικη συμπεριφορά τους. Οι άνθρωποι αυτοί που έχουν μάθει να ζουν με δόλους και με την εξαπάτηση των απλών πολιτών∙ οι άνθρωποι αυτοί που ετοιμάζονται να εκμεταλλευτούν με το χειρότερο τρόπο το αίμα και τις θυσίες των Ελλήνων πατριωτών, όσο περιμένουν να έρθει η ώρα της επιστροφής τόσο περισσότερο έρχονται αντιμέτωποι με το σάπισμα της ψυχής τους.
Ο ποιητής αισθάνεται αποτροπιασμό για τα σχέδια των εξόριστων πολιτικών να επιστρέψουν στη χώρα και να καρπωθούν τις θυσίες των Ελλήνων που έμειναν πίσω κι έδωσαν ακόμη και τη ζωή τους για να παλέψουν με τους κατακτητές.

Τα λόγια του Σεφέρη για τους Έλληνες πολιτικούς μοιάζουν σκληρά, αποδίδουν όμως την ολοκληρωτική διαφθορά και τη μικροπρέπεια που τους χαρακτηρίζει. Τίποτε δεν μπορεί να θεωρηθεί πιο ποταπό από τη διάθεσή τους να έρθουν και να πάρουν την εξουσία απ’ τα χέρια εκείνων που πολέμησαν με απόλυτη αυτοθυσία για την πατρίδα τους.

Ο Σεφέρης μέσα από το ποίημά του καταγγέλλει τον καιροσκοπισμό και την πλεονεξία των ανθρώπων. Ζει και συμμετέχει στα ιστορικά εκείνα γεγονότα, και δε διστάζει να μιλήσει για τις αρνητικές πτυχές των ανθρώπων της χώρας. Ως μέλος της ελληνικής διπλωματίας έχει βαθύτερη γνώση των προσώπων και των πράξεών τους, κι αυτό προσδίδει στα γραφόμενά του ιδιαίτερη βαρύτητα.

Πέρα όμως από την αποτίμηση των ιστορικών γεγονότων από ανθρώπους που τα βιώνουν προσωπικά, η ιστορία αξιοποιείται και με διαφορετικούς τρόπους. Ο Κωνσταντίνος Καβάφης, για παράδειγμα, ανατρέχει σε παλαιότερες ιστορικές περιόδους κι επιλέγει τα γεγονότα και τα πρόσωπα εκείνα που του επιτρέπουν να καταδείξει συμπεριφορές που διακρίνουν διαχρονικά τη στάση των ανθρώπων. Αν και πρόκειται για γεγονότα που δεν τα έχει ζήσει ο ίδιος, ωστόσο ως αντικειμενικός παρατηρητής κατορθώνει να αντλήσει από αυτά συμπεράσματα, τα οποία ίσως δεν γίνονταν αντιληπτά από ανθρώπους που βρίσκονταν στη δίνη εκείνων των γεγονότων. Κάποτε, μάλιστα, ο Καβάφης αξιοποιεί και μυθικά πρόσωπα προκειμένου να δώσει με εναργή τρόπο τις σκέψεις του σχετικά με την ανθρώπινη ζωή και δράση. Ένα από τα πιο γνωστά ποιήματά του η «Ιθάκη» αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα του πώς αξιοποιεί ο ποιητής ένα μυθικό πρόσωπο για να δώσει στους αναγνώστες το δικό του μήνυμα.

«Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξείδι.
Χωρίς αυτήν δεν θάβγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.

Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες η Ιθάκες τι σημαίνουν.»

Όταν ξεκινά ο ταξιδιώτης για πρώτη φορά την πορεία του στη ζωή είναι άπειρος και χωρίς πολλές γνώσεις και θεωρεί ότι η Ιθάκη είναι κάτι το ξεχωριστό που αξίζει κάθε προσπάθεια από μέρους του. Όταν όμως φτάνει εκεί, στο τέλος του προορισμού του έχει πια αποκτήσει τόσες γνώσεις ώστε πια είναι σε θέση να κατανοήσει ότι η μεγαλύτερη αξία της Ιθάκης είναι ότι αποτέλεσε το κίνητρο για να ξεκινήσει το ταξίδι του. Κατανοεί ότι η Ιθάκη υπήρξε ο στόχος που του έδινε το κουράγιο να ξεπερνά τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε στη ζωή του και να συνεχίζει να προσπαθεί μέχρι να τα καταφέρει. Η Ιθάκη αποτέλεσε το ιδανικό που έθεσε στη ζωή του και ο λόγος που συνέχιζε την πορεία του παρά τα εμπόδια παρά τις αντιξοότητες. Η Ιθάκη ήταν το κίνητρο, ήταν η πηγή της δύναμης, για να μπορέσει να αντεπεξέλθει στις ανάγκες της ζωής και γι’ αυτό άξιζε τελικά κάθε προσπάθεια.

Η αλήθεια είναι, μάλιστα, ότι δεν υπάρχει μόνο μια Ιθάκη, υπάρχουν πολλές, όπως πολλοί είναι και οι στόχοι που θέτουμε στη ζωή μας. Κάθε φορά που επιτυγχάνουμε ένα στόχο θέτουμε αμέσως έναν επόμενο και έτσι συνεχίζουμε τις προσπάθειες να κάνουμε διαρκώς ό,τι καλύτερο μπορούμε στη ζωή μας. Κάθε φορά που φτάνουμε στην Ιθάκη, θέτουμε έναν υψηλότερο στόχο και συνεχίζουμε την πορεία μας προς τη νέα Ιθάκη, προς το νέο στόχο που θέσαμε.
Η Ιθάκη είναι ο προορισμός αλλά δεν έχει να μας προσφέρει τίποτε περισσότερο πέρα από το ταξίδι που κάνουμε για να φτάσουμε σε αυτήν, έστω και γι’ αυτό όμως αξίζει κάθε προσπάθεια, αξίζει όλη μας την αφοσίωση, και όλη μας την ευγνωμοσύνη που μας κρατά σε μια διαρκή εγρήγορση και προσπάθεια.

Ένα παράδειγμα του πώς αξιοποιούσε ο Καβάφης ιστορικά γεγονότα του παρελθόντος για να επιτύχει συσχετίσεις με παροντικές του καταστάσεις, μας δίνει το ακόλουθο ποίημα.

«Υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες»

Ανδρείοι σεις που πολεμήσατε και πέσατ’ ευκλεώς·
τους πανταχού νικήσαντας μη φοβηθέντες.
Άμωμοι σεις, αν έπταισαν ο Δίαιος και ο Κριτόλαος.
Όταν θέλουν οι Έλληνες να καυχηθούν,
«Τέτοιους βγάζει το έθνος μας» θα λένε
για σας. Έτσι θαυμάσιος θάναι ο έπαινός σας. –

Εγράφη εν Αλεξανδρεία υπό Αχαιού·
έβδομον έτος Πτολεμαίου, Λαθύρου.

[1922]

Το 1922, τη χρονιά της τραγικής καταστροφής της Σμύρνης, ο Καβάφης συνθέτει το ιδιαίτερο αυτό ποίημα, για να τιμήσει τους Έλληνες που πολέμησαν με γενναιότητα, αλλά ηττήθηκαν εξαιτίας των αναποτελεσματικών ηγετών τους.
Ο Καβάφης, ο οποίος στα ποιήματά του δεν αναφέρεται ποτέ σε σύγχρονα γεγονότα, αντικρίζοντας τη μεγάλη για τον Ελληνισμό καταστροφή της Σμύρνης, ανατρέχει στο παρελθόν, για να βρει μιαν αντίστοιχη συμφορά για το ελληνικό έθνος. Έτσι, μέσα από τα λόγια ενός φανταστικού προσώπου, ενός Αχαιού που έζησε στα χρόνια της αναποτελεσματικής ηγεσίας του Πτολεμαίου του Λάθυρου, υμνεί το θάρρος και τη γενναιότητα των Ελλήνων της Αχαϊκής συμπολιτείας.

Ο εγκιβωτισμός της ιστορίας των Ελλήνων που έπεσαν το 146 π.Χ. μαχόμενοι κατά των πανίσχυρων Ρωμαίων, μέσα στο ιστορικό πλαίσιο της βασιλείας του Πτολεμαίου, έρχεται να δείξει με ιδιαίτερη παραστατικότητα πως στην πολύχρονη ιστορία των Ελλήνων υπήρξαν πολλές φορές που το ελληνικό έθνος έφτασε στην καταστροφή λόγω της ανικανότητας των ηγετών του.
Οι ανδρείοι Έλληνες γνωρίζουν μια συντριπτική ήττα από τους Ρωμαίους και σφαγιάζονται, εξαιτίας της αδυναμίας του Κριτόλαου και του Δίαιου να συντονίσουν τις ενέργειές τους και να αποφύγουν τις τόσο άνισες αναμετρήσεις με το ρωμαϊκό στρατό. Ενώ, η ένδοξη δυναστεία των Πτολεμαίων στα χρόνια του Λάθυρου περνά σε φάση παρακμής, με τις ραδιουργίες της Κλεοπάτρας Γ΄ και την ανικανότητα του Πτολεμαίου να οδηγούν τους Λαγίδες σε αλλεπάλληλους εξευτελισμούς.

Μια σειρά λανθασμένων επιλογών της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, φέρνουν τον ελληνισμό το 1922 αντιμέτωπο με τη μεγαλύτερη καταστροφή της νεότερης ιστορίας.
Ο ποιητής στέκεται με κριτική ματιά απέναντι στην ήττα των Ελλήνων στη Σμύρνη, τιμώντας βέβαια τη γενναιότητα και την αυτοθυσία του στρατού, αλλά υπενθυμίζοντας κιόλας πως οι μεγαλύτερες συμφορές για το ελληνικό έθνος προέρχονται από μοιραία λάθη της ηγεσίας του. Οι Έλληνες είναι πάντοτε έτοιμοι να δώσουν και τη ζωή τους για την πατρίδα τους, πολλές φορές όμως ηγούνται από ανίκανους και ανάξιους ανθρώπους, οι οποίοι τους οδηγούν στην καταστροφή.
Ο Καβάφης διατρέχει την ιστορία και αναδεικνύει ένα καίριο για τους Έλληνες ζήτημα. Η αυτοθυσία και η γενναιότητα του ελληνικού λαού καταδικάζεται από την αναποτελεσματικότητα των ηγετών του. Η αλήθεια της διαπίστωσης αυτής φάνηκε ξεκάθαρα τόσο το 1922 στη Σμύρνη, όσο και το 146 π.Χ. με την υποδούλωση των Ελλήνων στους Ρωμαίους και δυστυχώς θα φανεί ξανά.

Ο Στρατής Δούκας στο πεζογράφημα «Η Ιστορία ενός αιχμαλώτου» μας δίνει την εμπειρία ενός Έλληνα Μικρασιάτη, ο οποίος πιάνεται ως αιχμάλωτος από τους Τούρκους κατά την καταστροφή της Σμύρνης. Ο συγγραφέας, αν και συμμετείχε κι ο ίδιος στα πολεμικά γεγονότα του μικρασιατικού μετώπου, επιλέγει να δώσει την ιστορία ενός άλλου ανθρώπου, αποφεύγοντας έτσι την άμεση εμπλοκή που θα περιόριζε ίσως την αντικειμενικότητα της διήγησης. Όπως, άλλωστε, έχει σχολιάσει ο ίδιος ο συγγραφέας σε συνέντευξή του για το περιοδικό Διαβάζω: «Η Ιστορία ενός αιχμαλώτου είναι ένα ιδιότυπο βιβλίο. Δε θα μπορούσα να το γράψει, έχω πει, κανένας από τους συγχρόνους μου. Ούτε εγώ∙ είναι ανώτερο από τις δυνάμεις μου. Γιατί είναι αποτέλεσμα της δουλειάς που έχω κάνει χέρι χέρι με το λαό. Αφού και το βίωμα δεν είναι δικό μου∙ είναι ξένο το βίωμα. Αυτό βοηθάει την αποστασιοποίηση, που λέει ο Μπρεχτ ότι είναι απαραίτητη για το επικό βιβλίο. Αλλά και ο Έλιοτ λέει κάτι παρόμοιο: Ότι στην τέχνη πρέπει να σιωπούν τα ατομικά αισθήματα.».  Η πρόθεση του συγγραφέα, λοιπόν, είναι να ληφθεί η ιστορία αυτή, που δε συνιστά προσωπική του εμπειρία, ως ένα αντιπολεμικό μήνυμα, ως αφορμή για έναν ουσιαστικό προβληματισμό πάνω στα δεινά που προκαλεί ο πόλεμος.

«Αντί να μας πηγαίνουν στο δημόσιο δρόμο μας τραβούσανε απ’ το βουνό. Κι όπως δεν ήμαστε σε ισότοπο, αρχίσαμε να σκορπάμε. Δεν μπορούσαμε να κρατήσουμε τις τετράδες. Και οι στρατιώτες φώναζαν προσταχτικά:
-        Στις τετράδες! Στις τετράδες!
Εμείς προσπαθούσαμε, και πάλι τις χαλάγαμε. Όσοι ήταν ανήμποροι κι έμεναν πίσω, τους τραβούσαν οι πολίτες στο δάσος και τους καθάριζαν.»

Προσωπικές του εμπειρίες επιλέγει να καταγράψει ο Γιάννης Μπεράτης στο μυθιστόρημα «Το πλατύ ποτάμι», διηγούμενος γεγονότα από τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 στον οποίο συμμετείχε ως εθελοντής. Η πρόθεση κι αυτού του συγγραφέα είναι να δώσει ένα αντιπολεμικό μήνυμα αξιοποιώντας τα ατομικά του βιώματα:

«Από πάνω μας, εκεί στην άκρη-άκρη της κορφής που ελάχιστα απείχε, οι εκρήξεις των οβίδων ήταν όλο και πιο συνεχείς, έτσι σα να με πλησιάζει όλο και πιο πολύ μέσα σ’ ένα εφιάλτη κάτι το αναπόδραστο. Κ’ η άλλη φάλαγγα, γυρίζοντας τη βράχινη γωνιά, άρχισε να ξεδιπλώνεται μπροστά μας. Ξεδιπλωνότανε με βόγγους με βλαστήμιες, με φωνές. Με κομμένα χέρια, με σπασμένα πόδια, με τυλιγμένα αιμόφυρτα κεφάλια, τους είχανε επάνω στα μουλάρια γιατί δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς.»


Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε. Μίλτος Σαχτούρης «Ο Ελεγκτής» [Ποια μέρη του λόγου πλεονάζουν στο ποίημα]

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Peter Cakovsky

Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε. Μίλτος Σαχτούρης «Ο Ελεγκτής» [Ποια μέρη του λόγου πλεονάζουν στο ποίημα]

- Τα ποιήματα του Σαχτούρη διακρίνονται για την απλή γλώσσα και το λιτό λεξιλόγιό τους. Ποια μέρη του λόγου πλεονάζουν στο συγκεκριμένο ποίημα και ποιος είναι ο ρόλος τους;

[Το ποίημα κυριαρχείται από ουσιαστικά και ρήματα. Έτσι ο λόγος αποκτά πυκνότητα και βάθος.]

Ο Σαχτούρης συνθέτει τις ποιητικές του εικόνες βασιζόμενος στη χρήση απλής και λιτής γλώσσας, καθιστώντας τες εύκολα προσλήψιμες από τον αναγνώστη. Έτσι, με τη χρήση κυρίως ουσιαστικών, που αποδίδουν πολύ συγκεκριμένα αντικείμενα ή πράγματα, οικεία στον αναγνώστη, και ρημάτων, που δηλώνουν ενέργεια ή καθήκον, κατορθώνει να ενισχύσει την πυκνότητα του λόγου. Πρόθεση του ποιητή είναι να διατηρήσει την προσοχή του αναγνώστη στον οριζόμενο χώρο, στις ενέργειες του ποιητικού υποκειμένου και στην έννοια του καθήκοντος που κατευθύνει τις ενέργειες αυτές. Έτσι η πλειονότητα των λέξεων που χρησιμοποιεί είναι ρήματα (έσφιξα, πρέπει, να ελέγξω, πρέπει, να πετάω) και ουσιαστικά (μπαξές, αίμα, ουρανός, χιόνι, σκοινιά, αστέρια, κληρονόμος, πουλιών, φτερά).

Μπορούμε ωστόσο να εντοπίσουμε και άλλα μέρη του λόγου τα οποία έχουν επιλεχθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να ενισχύουν το μεταδιδόμενο μήνυμα και να καθιστούν σαφέστερη την αξία της προσπάθειας του ποιητή. Ξεχωρίζουμε τη χρήση των επιθέτων «γεμάτος» αίμα, «λίγο» χιόνι, τα οποία προσδιορίζουν τα κύρια συστατικά του ουράνιου μπαξέ κατά τρόπο ποσοτικό. Το άφθονο αίμα και το ελάχιστο χιόνι δημιουργούν μιαν αντίθεση κυρίως χρωματική, και αντικατοπτρίζουν επί της ουσίας τα διαδραματιζόμενα στη γη. Συνάμα έχουμε και το επίθετο «σπασμένα» φτερά, το οποίο υποδηλώνει πως και ο ίδιος ο ποιητής έχει βιώσει τις δυσκολίες της εποχής κι έχει υποστεί σε προσωπικό επίπεδο τις συνέπειες των ψυχοφθόρων γεγονότων. Τα σπασμένα φτερά είναι το τίμημα της προσωπικής εμπλοκής, είναι ένα τραύμα που θα μπορούσε να αποτρέψει τον ποιητή από την εκτέλεση του χρέους του, αλλά αυτό δεν πρόκειται να συμβεί. Ο ποιητής είναι απολύτως αφοσιωμένος στο ηθικό του χρέος.

Σημαντικό ρόλο έχουν κι οι δύο αντωνυμίες του ποιήματος. Πρωτίστως η προσωπική αντωνυμία «Εγώ» αλλά και η κτητική αντωνυμία (τα σκοινιά «μου»), με τις οποίες τονίζεται εμφατικά η προσωπική συμμετοχή και η ιδιαίτερη αποστολή του ίδιου του ποιητή. Το εγώ του ποιητικού υποκειμένου προτάσσεται και αναλαμβάνει τη δύσκολη αποστολή του ελέγχου των αστεριών. Ο ποιητής γνωρίζει πως έχει μια ξεχωριστή υποχρέωση απέναντι στους συμπολίτες του κι είναι έτοιμος να την εκπληρώσει. Ας προσεχθεί πως ο ποιητής δεν επιχειρεί να αποδώσει αυτή την ευθύνη σε κάποιον άλλον ή να τη μοιραστεί με τους ομοτέχνους του. Είναι ο ίδιος έτοιμος και αποφασισμένος να φέρει εις πέρας τη σημαντική αυτή αποστολή.

Τέλος, θα πρέπει να δοθεί προσοχή στα δύο επιρρήματα του ποιήματος. Με το χρονικό επίρρημα «πάλι» (πρέπει και πάλι να ελέγξω), ο ποιητής δηλώνει πως δεν είναι η πρώτη φορά που θα πραγματοποιήσει τον έλεγχο των αστεριών, δεν είναι η πρώτη φορά που τα γεγονότα έχουν ωθήσει τους συμπολίτες του να χάσουν τον προσανατολισμό τους. Πρέπει, λοιπόν, για μια ακόμη φορά να πετάξει ως τον ουρανό και να φροντίσει ώστε να αποκατασταθεί η επικοινωνία των συνανθρώπων του με τον χώρο της ελπίδας, των ιδανικών και της απαντοχής. Οι άνθρωποι πρέπει και πάλι να έρθουν σ’ επαφή με τις αξίες και τα πρότυπα εκείνα που θα τους διασφαλίσουν την αναγκαία ψυχική και ηθική δύναμη, ώστε να αντεπεξέλθουν στις κρίσιμες και επώδυνες στιγμές που βιώνουν. Παράλληλα, το επίρρημα «έστω» (έστω και με σπασμένα φτερά), υποδηλώνει την καίρια παραχώρηση του ποιητή. Παρά το γεγονός πως τα φτερά του έχουν σπάσει, δεν πρόκειται να εγκαταλείψει την προσπάθειά του.

- «Έσφιξα τα σκοινιά μου»: Να αναλύσετε το νοηματικό περιεχόμενο του στίχου.

Ο ποιητής ως ο ελεγκτής των αστεριών οφείλει να μεταβεί στο χώρο του ουρανού, τρέπεται έτσι σ’ έναν μηχανοδηγό που ετοιμάζει την πτήση του ή την ανοδική του πορεία προς το ουράνιο στερέωμα. Το σφίξιμο των σκοινιών που επί της ουσίας υποδηλώνει την αποφασιστικότητα του ποιητή και την αφοσίωσή του στο χρέος που έχει, αφήνει συνάμα να εννοηθεί πως η άνοδος στο χώρο των αστεριών θα γίνει με κάποια πτητική μηχανή. Εννοείται, βέβαια, πως ο ποιητής δεν προχωρά σε κάποια περαιτέρω εξήγηση αυτής της πτήσης, καθώς εκείνο που έχει σημασία δεν είναι η ρεαλιστική αιτιολόγηση του πώς θα φτάσει ως τον ουρανό, αλλά η συμβολική σημασία της ανάγκης του να ελέγξει τα αστέρια.

Η πτήση αυτή, η ανοδική πορεία θα είναι ριψοκίνδυνη και δύσκολη, μα ο ποιητής δεν είναι διατεθειμένος να εγκαταλείψει το χρέος του. Δεν είναι, άλλωστε, η πρώτη φορά που θα ανέβει στον ουρανό για να ελέγξει τα αστέρια (πρέπει και πάλι να ελέγξω τ’ αστέρι). Άρα, όταν ο ποιητής δηλώνει πως έσφιξε τα σκοινιά του, κατέχει την αποφασιστικότητα και την επίγνωση που του προσφέρει και η προγενέστερη εμπειρία του. Με γενναιότητα και τόλμη, σαν μηχανοδηγός που θα επιχειρήσει μια εξαιρετικά απαιτητική και επικίνδυνη αποστολή, ο ποιητής φανερώνει πόσο συνειδητοποιημένος είναι σε σχέση με την υποχρέωση που έχει απέναντι στους συμπολίτες τους. Έτσι, με ετοιμότητα και μια διάθεση αυτοθυσίας θα προχωρήσει χωρίς δισταγμό προς την εκπλήρωση του χρέους που του αναλογεί.

- Για ποιο λόγο ο ποιητής αισθάνεται την ανάγκη να λειτουργήσει ως ελεγκτής; Γιατί νομίζετε ότι έχει «σπασμένα φτερά»;

Κινούμενος στα δύσκολα μετεμφυλιακά χρόνια κι έχοντας ήδη γνωρίσει τον όλεθρο του εμφυλίου πολέμου, ο ποιητής έχει πλήρη συναίσθηση του κλίματος που επικρατεί στην ελληνική πολιτεία και του μίσους που κατευθύνει τις πράξεις πολλών ανθρώπων. Αισθάνεται, λοιπόν, πως είναι απόλυτα αναγκαίο να έρθουν οι συνάνθρωποί του ξανά σε επαφή με τις αξίες του παρελθόντος, με την έννοια της αλληλοκατανόησης και της αγάπης, αλλά και με την ελπίδα ενός καλύτερου και αρμονικότερου μέλλοντος. Κι είναι δικό του χρέος να κατευθύνει τους ανθρώπους προς τη θέαση αυτών των πραγμάτων, καθώς ο ίδιος, ως ποιητής, έχει τη δυνατότητα να κινείται σε υψηλότερους χώρους και να απέχει από τη διάθεση αλληλοσπαραγμού που έχει κατακλύσει τη σκέψη των άλλων ανθρώπων. Με την αντικειμενικότητα της δικής του κρίσης, με την αποστασιοποίησή του από τα πάθη που κλονίζουν την ελληνική κοινωνία, είναι αυτός που οφείλει να ελέγξει το φως των αστεριών, αποκαθιστώντας έτσι την επικοινωνία των ανθρώπων με τον ουρανό, με τα ιδανικά και τις αρετές που έχει να τους προσφέρει.

Ωστόσο, ακόμη κι ο ίδιος ο ποιητής έχει γνωρίσει βαθιά στην ψυχή του τον πόνο απ’ όλες αυτές τις απώλειες που σημάδεψαν τα εμπόλεμα χρόνια. Η ικανότητά του να πετά ψηλότερα δε σημαίνει για κανένα λόγο πως ο ίδιος ξέφυγε αλώβητος από τη δίνη των φρικτών εκείνων γεγονότων. Έχει πληρώσει το τίμημα, έχει τραυματιστεί ψυχικά κι έχει υποφέρει σωματικά∙ εντούτοις δεν είναι διατεθειμένος να υποκύψει στις εσωτερικές του πληγές. Δεν σκοπεύει να αφήσει την οδύνη του παρελθόντος να τον εμποδίσει από τη διεκδίκηση ενός καλύτερου μέλλοντος, από τη διεκδίκηση μιας καλύτερης διαβίωσης για τους συνανθρώπους του.

Πληγές, άλλωστε, έχουν όλοι οι συγκαιρινοί του, γι’ αυτό και δυσκολεύονται να αποδεχτούν όσα συνέβησαν και συνεχίζουν να βρίσκονται σε διαρκή σύγκρουση μεταξύ τους. Χρέος του ποιητή είναι να ελέγξει το φως των αστεριών και να αποκαταστήσει την ισορροπία ανάμεσα στον ουρανό και τη γη, όχι αιτούμενος τη λησμοσύνη των γεγονότων -το παρελθόν αποτελεί πολύτιμο κομμάτι της ύπαρξης ενός λαού και δεν πρέπει ποτέ να ξεχνιέται-, αλλά φροντίζοντας ώστε οι άνθρωποι να επανέλθουν στις αξίες του παρελθόντος, στον αλληλοσεβασμό και στη συγχώρεση, για να μπορέσουν έτσι να συνεχίσουν την κοινή τους πορεία.  


Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Περίληψη κειμένου [Η απόρριψη της ηθικής ταυτότητας των μεταναστών]

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Robert Jahns

Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Περίληψη κειμένου [Η απόρριψη της ηθικής ταυτότητας των μεταναστών]

Πώς οδηγούμαι στην περίληψη:

- Αν η περίληψη που πρόκειται να γράψουμε είναι εκτενής, τότε βασιζόμαστε στη θεματική περίοδο και στις σημαντικές λεπτομέρειες κάθε παραγράφου του κειμένου, από το οποίο θα προέλθει η περίληψη.

- Αν η περίληψη θα είναι συνοπτική, τότε βασιζόμαστε στους πλαγιότιτλους των παραγράφων ή των ευρύτερων νοηματικών ενοτήτων.

- Από το διάγραμμα ενός κειμένου μπορεί επίσης να προκύψει περίληψη του ίδιου κειμένου, συνοπτική η εκτενέστερη, οπότε αξιοποιούμε αναλόγως λιγότερα ή περισσότερα από τα στοιχεία που αποτυπώνει το διάγραμμα.

Έστω, λοιπόν, ότι έχουμε ένα κείμενο, από το οποίο θέλουμε να κρατήσουμε περίληψη.

- Στην αρχή της περίληψης επισημαίνουμε το θεματικό κέντρο του κειμένου.

- Στη συνέχεια προσέχουμε τις διαρθρωτικές λέξεις του κειμένου από το οποίο θα προέλθει η περίληψη, προσέχουμε δηλαδή τους δείκτες της συνοχής και της συνεκτικότητας του κειμένου.

- Επισημαίνουμε, έτσι, τη συλλογιστική πορεία του συγγραφέα και την παρουσιάζουμε με τη βοήθεια κατάλληλων λέξεων, κυρίως ρημάτων, στην περίληψη που γράφουμε. Δηλαδή μπορούμε να αποδώσουμε στο δικό μας κείμενο το ξετύλιγμα της σκέψης του συγγραφέα με λέξεις όπως: (ο συγγραφέας) αναφέρει, διατυπώνει την άποψη, επισημαίνει, υποστηρίζει, τονίζει, υπογραμμίζει, προσθέτει, αναλύει, συμπεραίνει κτλ.

- Επιλέγουμε να χρησιμοποιήσουμε ενεργητική ή παθητική σύνταξη.

Σχετικά με τον τρόπο γραφής της περίληψης πρέπει να προσέξουμε τα εξής:

- Να αποφεύγουμε την υπερβολική αφαίρεση και γενίκευση δίνοντας σε σωστή αναλογία τις γενικές θέσεις και τα συγκεκριμένα παραδείγματα.

- Να μην προσπαθούμε να μιμηθούμε το ύφος του συγγραφέα, που ενδέχεται να είναι πολύ διαφορετικό από το δικό μας. Γενικά αποφεύγουμε να χρησιμοποιούμε αυτούσιες φράσεις του κειμένου. Στις περιπτώσεις που η περίληψη μας είναι εκτενής ή όταν το κείμενο από το οποίο προέρχεται η περίληψη περιέχει ορολογία, μπορεί να χρειαστεί να μεταφέρουμε στην περίληψη μας ορισμένες χαρακτηριστικές λέξεις /φράσεις. Εκείνο που πρέπει να προσέχουμε είναι να ενσωματωθούν οι λέξεις /φράσεις αυτές στο δικό μας κείμενο.

- Να είμαστε όσο το δυνατόν πιο αντικειμενικοί, απέχοντας από κάθε είδους σχολιασμό, επιδοκιμασία ή αποδοκιμασία του αρχικού κειμένου.

- Να έχουμε υπόψη μας ότι η έκταση της περίληψης εξαρτάται από διάφορους παράγοντες όπως είναι: η έκταση και η ποιότητα (συνοχή, ενότητα, οργάνωση) του κειμένου που συνοψίζουμε, ο σκοπός για τον οποίο γράφουμε, η κριτική και η αφαιρετική μας ικανότητα.

- Να κατανοήσουμε ότι ο σκοπός για τον οποίο γράφουμε την περίληψη επηρεάζει το λόγο μας, ανάλογα δηλαδή με το ποιος γράφει, σε ποιον απευθύνεται και για ποιο σκοπό μπορεί να έχουμε επίπεδο λόγου οικείο, περισσότερο επίσημο κ.ο.κ.

- Δεν πρέπει, βέβαια, να ξεχνούμε ότι η περίληψη είναι μια προσωπική δημιουργία που σε καμία περίπτωση όμως δεν πρέπει να προδίδει το πνεύμα του συγγραφέα.

Η αξιολόγηση της περίληψης κειμένου (25 μονάδες)

Η περίληψη δεν είναι ξεχωριστό γραμματειακό είδος αλλά ένας τρόπος συνοπτικής απόδοσης προϋπάρχοντος κειμένου δια της οποίας επιδιώκεται:

α) Η κατανόηση του κειμένου.
β) Η πληροφόρηση των άλλων με λιτό και σαφή τρόπο για το περιεχόμενο του κειμένου.
γ) Η διάκριση του αναγκαίου από το περιττό τόσο στο περιεχόμενο όσο και στη γλώσσα του κειμένου.
δ) Η δόμηση ενός νέου κειμένου με συνοχή και συνεκτικότητα.

Άρα η αξιολόγηση της περίληψης στις εξετάσεις του Γενικού Λυκείου είναι σκόπιμο να συνεξετάσει τρεις παραμέτρους:
α) το περιεχόμενο της περίληψης
β) τη γλώσσα και το ύφος και
γ) τη δομή του περιληπτικού κειμένου.

Το περιεχόμενο της περίληψης (0-12 μονάδες)

Θετικά στοιχεία θεωρούνται:
1. Η σύλληψη του νοηματικού κέντρου του κειμένου.
2. Η επιλογή των σημαντικών ιδεών - πληροφοριών του κειμένου.
3. Η πληρότητα κατανόησης του κειμένου.

Αδυναμίες στο περιεχόμενο θεωρούνται:
1. Αδυναμία κατανόησης ή απόκλιση από το νοηματικό κέντρο του κειμένου.
2. Επιλογή δευτερευουσών ιδεών-πληροφοριών σε βάρος των σημαντικών.
3. Η ατελής (μερική) κατανόηση του κειμένου.

Η γλώσσα και το ύφος της περίληψης (έκφραση) (0-8 μονάδες)

Θετικά στοιχεία θεωρούνται:
1. Η χρήση του κατάλληλου ύφους για τη συγκεκριμένη μορφή κειμένου (πληροφοριακό ύφος).
2. Η ικανότητα πύκνωσης του κειμένου μέσα από διάφορες τεχνικές (γενίκευση, αναδιατύπωση κ.λπ.).
3. Η ορθή χρήση της γλώσσας στο επίπεδο της ορθογραφίας, της στίξης, της σύνταξης και του λεξιλογίου.

Αδυναμίες θεωρούνται:
1. Η αξιολόγηση με την άσκηση άμεσης ή έμμεσης κριτικής-σχολιασμού στις ιδέες του κειμένου.
2. Η  αυτούσια μεταφορά λέξεων και φράσεων του αρχικού κειμένου στην περίληψη.
3. Οι αποκλίσεις από τους κανόνες της Γραμματικής και του Συντακτικού στην ορθογραφία, στη στίξη, στη σύνταξη και το λεξιλόγιο (επαναλήψεις, ασάφειες, έλλειψη ακριβολογίας κ.λπ.).

Η δομή του περιληπτικού κειμένου (0-5 μονάδες).

Θετικά στοιχεία θεωρούνται:
1. Η ικανότητα παρακολούθησης ή αναδιοργάνωσης της δομής του αρχικού κειμένου και η παρουσίαση με λογική ακολουθία των βασικών ιδεών.
2. Η σύνταξη ενός κειμένου με ομαλή ροή και συνοχή.
3. Η επιτυχής χρήση των διαρθρωτικών λέξεων ή φράσεων.

Αδυναμίες στη δομή θεωρούνται:
1. Η τυποποιημένη μεταφορά της πορείας του αρχικού κειμένου που οδηγεί σε μακροσκελή περίληψη.
2. Η άτακτη παράθεση των ιδεών-πληροφοριών του κειμένου.
3. Η έλλειψη συνοχής και αλληλουχίας μεταξύ των μερών-προτάσεων της περίληψης.

Γενική θεώρηση

Η προσπάθεια για αξιολόγηση της περίληψης με την αναλυτική μέθοδο και την πρόσθεση των επιμέρους βαθμών δεν είναι αρκετή. Χρειάζεται μια συνολική θεώρηση του γραπτού πριν την τελική βαθμολογία. Άλλωστε περιεχόμενο, μορφή (έκφραση) και δομή ουσιαστικά δεν διαχωρίζονται. Στη συνολική θεώρηση της περίληψης θα συνεκτιμηθούν για την τελική βαθμολογία όλα τα κριτήρια από την πρωτοτυπία στη συγκρότηση και το ύφος έως την εικόνα του γραπτού (καθαρογραμμένο κείμενο, ευανάγνωστη γραφή).

Συμπληρωματικές διευκρινίσεις

1. Η έκταση της περίληψης εξαρτάται από το είδος, το μέγεθος και τη δομή του δοθέντος κειμένου. Γι’ αυτό καθορίζεται κάθε φορά η ποσότητα της περίληψης σε λέξεις (π.χ. 90-120 λέξεις) ώστε να υπάρχει ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κινηθεί το κείμενο της περίληψης. Αυτό δε σημαίνει την αυστηρή καταμέτρηση των λέξεων από το βαθμολογητή αλλά την αξιολόγηση της ικανότητας του μαθητή να πυκνώσει -περιορίσει το κείμενό του σε συγκεκριμένα πλαίσια (ως υπέρβαση αυτών των ορίων θεωρείται η γραφή μιας περίληψης με 20 περίπου λέξεις περισσότερες). Ακόμα, η περίληψη μπορεί να γραφεί ως μία ενιαία παράγραφος ή να χωριστεί σε παραγράφους ανάλογα με το μέγεθος και το είδος του κειμένου.

2. Η περίληψη στα πλαίσια της Έκθεσης - Έκφρασης γράφεται για συγκεκριμένο σκοπό και έχει πάντα αποδέκτη. Γι’ αυτό είναι καλό να αποφεύγεται η τυποποιημένη εκφώνηση «Να γράψετε την περίληψη του κειμένου» και να υιοθετούνται πιο αναλυτικές διατυπώσεις ενταγμένες σε επικοινωνιακό πλαίσιο (παράδειγμα: Σε κυριακάτικη εφημερίδα δημοσιεύτηκε το παραπάνω άρθρο. Να ενημερώσετε την τάξη σας για το περιεχόμενό του γράφοντας μια περίληψη 100 λέξεων).

3. Η περίληψη στα πλαίσια του μαθήματος της Έκθεσης - Έκφρασης έχει πληροφοριακό χαρακτήρα, οπότε η εισαγωγή της είναι προτιμότερο να ξεκινά με αναφορά στο συγγραφέα ή στο κείμενο. Μια εισαγωγή κατευθείαν από τις πληροφορίες του κειμένου είναι και αυτή αποδεκτή με τη λογική ότι ο μαθητής ταυτίζεται με το συγγραφέα του κειμένου, ο οποίος επιχειρεί να πυκνώσει το κείμενό του.

Παράδειγμα περίληψης

Η απόρριψη της ηθικής ταυτότητας των μεταναστών

Η διαδικασία απόρριψης της ηθικής ταυτότητας του άλλου συνοδεύεται από μια χαλάρωση των συνηθισμένων ηθικών φραγμών και αντιστάσεων που διέπουν τη στάση προς τους συνανθρώπους μας. Αν ο «άλλος» αρχίζει να θεωρείται ηθικά υποδεέστερος, τότε συνειδητοποιούμε ότι έχουμε το ελεύθερο να του συμπεριφερόμαστε με τρόπους που ήταν ως τώρα απαγορευτικοί. Παράλληλα, η δυνατότητα να του προκαλούμε κάποια έστω και περιορισμένη ζημιά (λ.χ. να τον λοιδορούμε ή να τον κακομεταχειριζόμαστε) χωρίς να υφιστάμεθα καμία συνέπεια ή κύρωση επιτείνει την απαξιωτική εικόνα που έχουμε για αυτόν και προλειαίνει το έδαφος για ακόμη μεγαλύτερες βλάβες.
Θεωρώ ότι η πλειονότητα των μεταναστών στην Ελλάδα έρχεται συχνά αντιμέτωπη με μορφές συμπεριφοράς που αντικατοπτρίζουν την αντίληψη ότι οι μετανάστες ως μετανάστες είναι ηθικά κατώτεροι από τον εντόπιο πληθυσμό. Τα αρνητικά στερεότυπα που άκριτα επαναλαμβάνονται, η στυγερή οικονομική εκμετάλλευση, τα κρούσματα ρατσιστικής βίας και οι στατιστικές υποστηρίζουν αυτή την αντίληψη, παρ’ όλο που ελάχιστοι άνθρωποι θα ήταν διατεθειμένοι να ομολογήσουν δημόσια ότι την υιοθετούν.
Είναι νομίζω προφανές ότι η σοβαρότητα της σταδιακής υπονόμευσης της ηθικής ταυτότητας των μεταναστών, ό,τι είδους μετανάστες και αν είναι, είναι τέτοια που ο καθένας έχει υποχρέωση να αντιταχθεί σε αυτή τη διαδικασία. Δεν θα ήθελα όμως να παραμείνω στο επίπεδο της ατομικής ευθύνης. Το ζητούμενο είναι να εντοπιστούν οι ευθύνες μιας δημοκρατικής κυβέρνησης, και αυτό γιατί στον 20ό αιώνα οι μεγαλύτερες ακρότητες που υπήρξαν απόρροια της διάβρωσης της ηθικής ταυτότητας μιας πληθυσμιακής ομάδας, έχουν συντελεσθεί είτε από κρατικές δυνάμεις, είτε από παρακρατικές, είτε από δυνάμεις που είχαν εξασφαλίσει την ανοχή των επίσημων αρχών.
Πολύ συχνά ακούγεται η πρόταση ότι η πολιτεία οφείλει πρώτα να εντοπίσει τα βαθύτερα αίτια της ξενοφοβίας, του ρατσισμού, του σοβινισμού και των συναφών φαινομένων που συμβάλλουν στην απόρριψη της ηθικής ταυτότητας των μεταναστών, και σε αυτά να επιχειρήσει να παρέμβει. Αυτή η πρόταση φαντάζει θεωρητικά ορθή. Στην πράξη, ωστόσο, ανακύπτουν σοβαρές δυσκολίες, οι οποίες παραμένουν, ακόμα και αν υπερβούμε τις μεθοδολογικές δυσχέρειες που ενέχει η ανάδειξη των εν λόγω αιτίων. Πολλές φορές τα βαθύτερα αίτια ανάγονται σε γεγονότα του παρελθόντος που είναι φυσικώς αδύνατον να μεταβληθούν. Σε άλλες περιπτώσεις είναι τόσο γενικά και τόσο ετερογενή που θα απαιτείτο μια εκ βάθρων αναμόρφωση ολόκληρης της κοινωνίας. Από την άλλη πλευρά είναι προφανές ότι η εξάλειψη κάποιων από αυτά τα βαθύτερα αίτια πρέπει να αποτελεί ούτως ή άλλως πάγιο στόχο μιας δημοκρατικής κυβέρνησης, ακόμη και αν δεν οδηγούν στην εκδήλωση ρατσιστικής ή ξενοφοβικής συμπεριφοράς.
Για αυτούς τους λόγους θα προτιμήσω να εστιάσω την προσοχή μου στην καταπολέμηση των ίδιων των φαινομένων που περιγράφηκαν και των άμεσων συνεπειών τους. Θα μπορούσαν να επισημανθούν τουλάχιστον δύο διαφορετικές γενικές κατευθύνσεις προς τις οποίες θα ήταν απαραίτητο να στραφούν οι συντονισμένες προσπάθειες για την επίτευξη αυτού του στόχου: αποτροπή-επανόρθωση, και εκπαίδευση. Αποτροπή σημαίνει να συνειδητοποιήσουν όλοι οι πολίτες ότι η επίδειξη ακραίων και βλαπτικών ξενοφοβικών, ρατσιστικών και σοβινιστικών στάσεων με στόχο τους μετανάστες δεν θα είναι πλέον χωρίς κόστος. Η επανόρθωση αναφέρεται στην προσπάθεια νομοθετικής άρσης των αδικιών που υφίστανται αυτές οι ομάδες, στον βαθμό βέβαια που το επιτρέπουν οι δυνατότητες και το θεσμικό πλαίσιο της πολιτείας. Εκπαίδευση σημαίνει να πειστούν έμπρακτα εκείνοι που βρίσκονται σε επιδεκτικές εκπαίδευσης ηλικίες για τη σημασία και τις συνέπειες της διάβρωσης της ηθικής ταυτότητας των μεταναστών.

[Διασκευασμένο κείμενο]

Φιλήμων Παιονίδης
Επίκουρος καθηγητής ηθικής και πολιτικής φιλοσοφίας στο ΑΠΘ

Ο συγγραφέας του κειμένου αναφέρεται στις αρνητικές συμπεριφορές που προκύπτουν εις βάρος των μεταναστών, όταν οι άλλοι πολίτες απορρίπτουν την ηθική τους υπόσταση. Στην αρχή επισημαίνει πως η μη αναγνώριση της ηθικής αξίας του άλλου οδηγεί ευκολότερα στη μη θεμιτή αντιμετώπισή του. Φαινόμενο, άλλωστε, μεγάλης έκτασης, όπως προκύπτει από τη συνεχή οικονομική εκμετάλλευση των μεταναστών και τα περιστατικά ρατσιστικής βίας. Στη συνέχεια τονίζει πως οι ευθύνες που προέχουν είναι αυτές της δημοκρατούμενης κυβέρνησης, η οποία και οφείλει να παρέμβει αποτελεσματικά, έστω κι αν δεν είναι εύκολος ή εφικτός ο σαφής εντοπισμός των αιτών του φαινομένου. Προτείνει, μάλιστα, την εστίαση της προσπάθειας αφενός στην αποτροπή και επανόρθωση των συνεπειών του φαινομένου με τον καθορισμό κυρώσεων, και αφετέρου στην εκπαίδευση των νεώτερων μελών της κοινωνίας, ώστε να αποτραπεί πληρέστερα η διαιώνιση αυτής της κατάστασης.

[Λέξεις: 132]


Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε. Μίλτος Σαχτούρης «Ο Ελεγκτής» [Τι συμβολίζει ο ουρανός στο ποίημα]

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Καρακόλιθος, Ν. Βοιωτίας

Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε. Μίλτος Σαχτούρης «Ο Ελεγκτής»

Τι νομίζετε ότι συμβολίζει ο ουρανός στο ποίημα;

Ο ουρανός ήδη με την απόσταση που έχει από τον γήινο χώρο αποκτά το ρόλο ενός ανώτερου επιπέδου ύπαρξης που λειτουργεί ως ο φορέας ενός σταθερού προσανατολισμού για τους ανθρώπους. Τα αστέρια του ουρανού είναι καθοδηγητές στην πορεία των ανθρώπων∙ αποτελούν με το φως τους πηγές ελπίδας, είναι διαρκείς σύντροφοι στους αγώνες και τις δυσκολίες∙ συνιστούν με τη διαχρονικότητά τους σύμβολα για την αξία της απαντοχής. Ο ουρανός, επομένως, ως ο χώρος που περιέχει τα αστέρια, είναι συνάμα κι ο χώρος που περιέχει κάθε ιδανικό, κάθε άριστη σκέψη για το πώς της ανθρώπινης ύπαρξης. Είναι ένας χώρος θεϊκός που αντανακλά βέβαια και καθρεφτίζει τον πόνο των ανθρώπων, παρέχει ωστόσο παράλληλα και την εικόνα ενός ουσιαστικότερου και καθαρότερου τρόπου ζωής. Ο ουρανός συμβολίζει έτσι την ελπίδα, καθώς και την ύπαρξη μιας πιο πνευματικής ύπαρξης απαλλαγμένης από τα εγγενή ελαττώματα της ανθρώπινης φύσης. Είναι το σύμβολο της αγνότητας, αλλά και το σύμβολο ενός σταθερού κελεύσματος για τη δυνατότητα που έχουν οι άνθρωποι να αλλάξουν ριζικά τους όρους διαβίωσής τους, να αποβάλουν την εχθρότητα και τη βιαιότητα, και να οδηγηθούν έτσι σε μια πορεία λύτρωσης.

Ο ποιητής για να φέρει τον ουρανό στα ανθρώπινα μέτρα, για να τον καταστήσει πιο προσιτό στην αντίληψη των ανθρώπων τον παρομοιάζει μ’ έναν κήπο, στον οποίο μπορεί κανείς να δει άφθονο αίμα και λίγο χιόνι. Ο ουρανός άρα τοποθετημένος απέναντι απ’ το χώρο των ανθρώπων καθρεφτίζει τα δεινά τους, καθρεφτίζει το αίμα των νεκρών, αλλά και το χιόνι της αγνότητας. Τους δείχνει με τον τρόπο αυτό πως παρά τα πλείστα εγκλήματα, παρά τις τεράστιες απώλειες που έχουν βιώσει, υπάρχει ωστόσο η ελπίδα να επαναφέρουν στη ζωή τους την τραυματισμένη αθωότητα. Συνάμα, στον κήπο του ουρανού συναντά κανείς και τα αστέρια, τους λαμπρούς αυτούς συνοδοιπόρους των ανθρώπων, οι οποίοι είναι εκεί πάντοτε όλα τα χρόνια της ανθρώπινης παρουσίας για να τους δείχνουν το δρόμο και να τους θυμίζουν έτσι αξίες και πρότυπα, λησμονημένα και παραγνωρισμένα ίσως, τα οποία αποτελούν όμως ικανούς ρυθμιστές για μια καίρια αναμόρφωση στην κοινωνία των ανθρώπων.

Στον ουρανό εγγράφονται όχι μόνο τα δεινά του παρόντος, αλλά και οι στιγμές αρμονικότερης διαβίωσης του παρελθόντος. Είναι ο χώρος που εμπεριέχει όλη την ιστορία της ανθρώπινης παρουσίας κι είναι έτσι ικανός να υπενθυμίζει και να παραπέμπει σε τρόπους σκέψης και δράσης που ενείχαν μια αρτιότερη ηθική. Στον ουρανό, ο οποίος για τους πιστούς αποτελεί το χώρο της θεϊκής ύπαρξης, απευθύνονται οι ικεσίες των ανθρώπων∙ στον ουρανό σχηματίζονται για τους ονειροπόλους οι εικόνες του προσδοκώμενου μέλλοντος∙ στον ουρανό τοποθετείται ό,τι άφθαρτο κι ό,τι άρτιο και ιδανικό. Λειτουργεί έτσι ως σύμβολο του θεϊκού, του επιθυμητού, αλλά και της τελειότητας που παραμένει ανέγγιχτη από τη φθορά των γήινων πραγμάτων. Αν μπορεί να υπάρξει κάτι που δεν περιέχει λάθη κι ελαττώματα, κάτι που δεν έχει φθαρεί ή υπονομευτεί από την ανθρώπινη μικροπρέπεια, απληστία και σκληρότητα, κάτι που τίθεται υψηλότερα από τη μετριότητα που χαρακτηρίζει καθετί ανθρώπινο, αυτό μπορεί να βρεθεί μόνο στην ασφαλή περιοχή του ουρανού.

Θα πρέπει να σημειωθεί πως στην ποίηση του Σαχτούρη οι αναφορές στον ουρανό είναι πολύ συχνές. Ο ποιητής αξιοποιεί τον ουρανό ως ένα πολυδύναμο σύμβολο, δίνοντάς του τις περισσότερες φορές θετική έκφανση. Χαρακτηριστικό για την ιδιαίτερη αξία που κατέχει ο ουρανός για τους ανθρώπους είναι το ποίημα «Το ψωμί», στο οποίο ο ποιητής τον αντικρίζει ως μια αστείρευτη πηγή δύναμης, ελπίδας και ιδανικών.

«Ένα τεράστιο καρβέλι, μια πελώρια φρατζόλα ζεστό
ψωμί είχε πέσει στο δρόμο από τον ουρανό
ένα παιδί με πράσινο κοντό βρακάκι και με μαχαίρι
έκοβε και μοίραζε στον κόσμο γύρω
όμως και μία μικρή, ένας μικρός άσπρος άγγελος κι αυτή
μ’ ένα μαχαίρι έκοβε και μοίραζε
κομμάτια γνήσιο ο υ ρ α ν ό
κι όλοι τώρα τρέχαν σ’ αυτή, λίγοι πήγαιναν στο ψωμί,
όλοι τρέχανε στον μικρόν άγγελο που μοίραζε ο υ ρ α ν ό

Ας μη το κρύβουμε

διψάμε για ουρανό!»


Δημήτρης Κοσμόπουλος «Μανάκω»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Austin Tott

Δημήτρης Κοσμόπουλος «Μανάκω»

Σαν έχασε και το τρίτο της παιδί στα τριανταπέντε του, γέμισε το χάλκινο τάσι ως τα χείλη ξύδι και το ήπιε. Απνευστί. Έκτοτε, πήγαινε συχνά-πυκνά στο βαρέλι του κρασιού -υπάρχει ακόμα, δρύινο- και σιωπηλή ξεχείλιζε. Την έλουζε, τη σκέπαζε η λησμονιά, περισσότερο κι από το μαύρο της μαντήλι. Μάζεψε γύρω της εγγόνια από τρεις ορφάνιες. «Ορφάνιες μου», έλεγε που και που.

Μα πιο πολύ νοιαζότανε τ’ ορφανό του πρώτου γυιού της, που ‘φυγε τελευταίος. Έμεινε έξι μηνών, στης Μάνας το βυζί. Την ημέρα της κηδείας, η νύφη της, μαύρη λαμπάδα, ήρθε να τον θηλάσει. Ο μικρός εσπάραξε στο κλάμα, της έρριξαν στους ώμους λευκό σεντόνι, καταλάγιασε το παιδί.

Μανάκω τούτο, Μανάκω κείνο, ο μικρός όλο και μεγάλωνε. Είχε ειπεί: «Όταν ψηλώσει ο ‘γγόνας μου, να φτάσει να κλειδώνει τη θύρα και να ξεκλειδώνει, τότε θα πάω κι εγώ στα παιδιά μου». Το σκαμνάκι της εκείνη, στο βαρέλι δίπλα. Της Μεταμορφώσεως, 6η του μηνός, Αύγουστος του 40, έφυγε η νύφη στη σταφίδα, τρυγούσανε. Φεύγοντας ο πεντάχρονος μικρός για την Εκκλησία, τον είδε να κλειδώνει την πάνω θύρα και να παίρνει το κλειδί. «Ξανακάνε το», είπε. Ο μικρός ξεκλείδωσε και κλείδωσε, έφυγε. Εκείνη απάγκιασε στο βαρέλι του κατωγιού.

Εγύρισε από την Εκκλησιά ο μικρός, με παντελόνι ντρίλινο καλό και πάνινα παπούτσια. «Τράβα στ’ αλώνι, φώναξε τη μάνα σου» έκανε η γρηά. «Πες της, το γιόμα θα πεθάνω, να ‘ρθει νωρίς». «Τι λες, Μανάκω;» «Τράβα!» Εκείνη στο σκαμνί.

Βγήκε ο μικρός στ’ αλώνι, φώναζε, «Μάνα έλα, η γιαγιά θα πεθάνει· έλα, τώρα...». Τσακίστηκε η χήρα, εικοσιτριώ χρονώ, να γυρίσει. «Γρηά, τι λες, τι έπαθες»;

Μετά το μεσημέρι, ζήτησε το καλό της ρούχο, μαντήλα καθαρή, έπεσε στην κλίνη. Τους μάζεψε, έδωκε την ευχή της. Ο μικρός έκλαιγε μόνον, γοερά. Σταυροκοπήθηκε. «Νύφη σ’ αφήνω το παιδί προστάτη». Χαιρέτισε πέρα τις εληές· αμπέλια και βουνά. Την ώρα που έπεφταν τ’ απόσκια, αναστέναξε και συγχωρέθηκε.

Το τάσι της, το βρήκε μέσα στο δέντρινο κασόνι ο δισέγγονός της, αρχές του 80, όταν ξανάφτιαχναν το σπίτι. Τώρα λάμπει μες στου γυαλιού τα κύματα η φωτογραφία της, τις νύχτες που λαλεί ο Γκιώνης.

Το ποίημα «Μανάκω» του Δημήτρη Κοσμόπουλου εμπεριέχεται στη συλλογή «Του νεκρού αδελφού» και αποτυπώνει με λιτό αφηγηματικό λόγο την τραγικότητα μιας εποχής∙ τραγικότητα, ωστόσο, που δε λαμβάνει τη μορφή ενός θρήνου ή μιας περιττά μελοδραματικής αντιμετώπισης όσων κάποτε συνιστούσαν συνήθη πορεία στη ζωή των ανθρώπων. Η συγκίνηση είναι εμφανής, αλλά σκοπίμως συγκρατημένη, αποδίδοντας έτσι με τον καλύτερο τρόπο την ψυχική δύναμη και το κουράγιο που επιδείκνυαν οι άνθρωποι της ελληνικής υπαίθρου, που έρχονταν διαρκώς αντιμέτωποι με το θάνατο και την οδύνη της απώλειας.

Κεντρικά πρόσωπα του ποιήματος η γριά γυναίκα και ο μικρότερος εγγονός της. Η γιαγιά που αναγκάζεται να πνίξει τον πόνο της για χάρη των εγγονιών της, και το μικρό παιδί που θ’ αναγκαστεί να θυσιάσει την παιδικότητά του προκειμένου να υποκαταστήσει τον χαμένο πατέρα του. Ο χρόνος που σηματοδοτεί την εκκίνηση της πρόωρης ωρίμανσης του μικρού παιδιού μετράται και επισπεύδεται απ’ τη γριά γυναίκα, καθώς συνιστά για την ίδια το σημείο που μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό της την απόλυτη εκείνη παρηγοριά, που μόνο ο θάνατος μπορεί να της προσφέρει.

Το ποίημα δομείται σε διακριτά αφηγηματικά επεισόδια, η γοργή διαδοχή των οποίων απηχεί την περιεκτική και συνοπτική αφηγηματική απόδοση της δημοτικής ποίησης. Ενώ, η επιλογή συγκεκριμένων δράσεων και αντιδράσεων των προσώπων, επιτυγχάνει την εναργή παρουσίαση της ψυχικής τους κατάστασης, αλλά και του ιδιαίτερου χαρακτήρα τους.

Το «ξύδι» που πίνει απνευστί η γριά γυναίκα, όταν χάνει και το τρίτο παιδί της, υποδηλώνει εμφατικά την απόφασή της να μην αφεθεί στον πόνο που την οδηγεί στην πλήρη συναισθηματική κατάρρευση. Η τραγική μάνα γνωρίζει πως εκείνο που προέχει δεν είναι η δική της οδύνη, αλλά η φροντίδα των εγγονιών της. Κι είναι αυτή η επίγνωση που φανερώνει την άξια θαυμασμού ψυχική ωριμότητα των ανθρώπων εκείνων, οι οποίοι συνειδητοποιούν και αποδέχονται πως οι ίδιοι δεν αποτελούν προτεραιότητα∙ πως η δική τους ζωή και τα δικά τους συναισθήματα δεν μετρούν, μπροστά στην ανάγκη να προφυλαχθούν και να στηριχθούν οι αθώες ψυχές των μικρών παιδιών.
Η επίγνωση, ωστόσο, της ιδιαίτερης ευθύνης που έχει απέναντι στα εγγόνια της, δεν καθιστά πιο εύκολη ή λιγότερο συντριπτική την πραγματικότητα της απώλειας ενός ακόμη παιδιού. Έτσι, η μάνα προστρέχει συνεχώς στη λήθη που της προσφέρει το κρασί∙ αντέχει το πένθος της, όχι προσβλέποντας στη μέρα που θα το ξεπεράσει, αλλά αναμένοντας με καρτερία τη μέρα που θα μπορέσει ν’ αφεθεί κι η ίδια στο θάνατο, για να μπορέσει και πάλι να βρεθεί κοντά στα παιδιά της.

Αν κι έχει κοντά της ορφανά κι από τα τρία της παιδιά, εντούτοις η μεγαλύτερη έγνοια της είναι για το μικρότερο απ’ όλα, για τον γιο του πρωτότοκου παιδιού της, που έμεινε ορφανό ενώ ήταν μόλις έξι μηνών. Αναφορά που επιτρέπει στον ποιητή να παρουσιάσει το έτερο κεντρικό πρόσωπο του ποιήματος, το εγγόνι εκείνο με βάση το οποίο η γριά γυναίκα θα προσδιορίσει τη χρονική έκταση που θα χρειαστεί να λάβει η αντοχή της. Μόλις το μικρό αυτό παιδί θα είναι σε θέση να κλειδώνει και να ξεκλειδώνει την πόρτα του σπιτιού, θα είναι πια αρκετά μεγάλο ώστε να γίνει ο προστάτης της ορφανεμένης οικογένειάς του, και θα είναι πια η ώρα που η ίδια θα είναι ελεύθερη ν’ απαλλαχθεί από την επώδυνη ζωή της.

Η έντονη αντίδραση του μωρού στα μαύρα ρούχα της μητέρας του -το σπαρακτικό του κλάμα- λειτουργεί συνεκτικά ανάμεσα στα δύο επεισόδια που το ίδιο λαμβάνει κύρια θέση. Το μικρό αυτό εγγόνι θα είναι το μόνο που θα κλαίει πλάι στην ετοιμοθάνατη γιαγιά του, φανερώνοντας έτσι την ιδιαίτερη ευαισθησία του απέναντι στο θάνατο. Το μικρό παιδί είναι σαν να διαισθάνεται πόσο πολύ θα επηρεάσουν οι δύο απώλειες την πορεία της ζωής του∙ ο θάνατος του πατέρα κι ο θάνατος της γιαγιάς του, θα το φέρουν αίφνης στα πέντε του χρόνια αντιμέτωπο με την ευθύνη να στηρίξει τη χήρα μάνα του.

Η ανάγκη να επισπευτεί η ωρίμανση του μικρού παιδιού αποτυπώνει εξαίρετα το κλίμα παλαιότερων εποχών, όπου οι άνθρωποι έρμαια ασθενειών, κακουχιών, πείνας και πολέμων δεν είχαν παρά σπάνια τη δυνατότητα ή το προνόμιο της σταδιακής και ομαλής υιοθέτησης ρόλων. Η γριά γυναίκα -γριά προφανώς με τα δεδομένα της εποχής- καλείται να αναλάβει την ευθύνη τριών οικογενειών, όσων δηλαδή και τα παιδιά της που πέθαναν. Το μικρό παιδί στα πέντε του καλείται να πάρει τη θέση του νεκρού πατέρα του, ενώ η μητέρα του στα 23 της είναι ήδη χήρα σχεδόν πέντε χρόνια.
Οι αιφνίδιες ανατροπές στη ζωή των ανθρώπων εκείνης της εποχής, τους αναγκάζουν να λησμονήσουν οποιαδήποτε πιθανότητα προσωπικής ευτυχίας ή ατομικής πορείας. Όλοι βρίσκονται σε στενή συσχέτιση μεταξύ τους καθώς ο ένας οφείλει να στηρίξει τον άλλον, προκειμένου να καταστεί δυνατή η επιβίωσή τους. Κι όλα μοιάζουν να βρίσκονται υπό το κράτος της μοίρας που δίχως έλεος ή λογική φέρνει διαρκώς νέες απώλειες και νέες δυσκολίες.

Ωστόσο, για τη γριά γυναίκα που γνώρισε καλά το σκληρό πρόσωπο της μοίρας, υπάρχει μια πράξη -η ύστατη- που τελείται με δική της απόφαση και δικό της έλεγχο. Η στιγμή του θανάτου της βασανισμένης γυναίκας έχει προαποφασιστεί από την ίδια προ πολλού, και πραγματοποιείται ακριβώς την ημέρα και ακριβώς με τον τρόπο που η ίδια θέλησε. Έτσι, το πρωί της 6ης Αυγούστου του 1940 που η γριά γυναίκα βλέπει πως το εγγόνι της μπορεί πια να κλειδώνει και να ξεκλειδώνει την πόρτα, γνωρίζει πως είναι η μέρα του λυτρωμού της. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας, φορά το καλό της ρούχο, δίνει την ευχή της στους δικούς της, και το απόγευμα ξεψυχά, ήσυχη πια. 


Kenan Yücel «Anasıyla Babası Ayrılan Çocuk»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Gabe McShane

Kenan Yücel «Anasıyla Babası Ayrılan Çocuk»

biliyor isyanın mızrağını
iri damlalara dönüşüyor suskunluk

yüreğinde bir arının
durmadan
girip çıkan iğnesi

aynasında
çıplak gözleri
ürkmüş atların

tüm boşlukları dolduruyor

ne yana baksa gördüğü
sinsice çoğalan akrepler

Το παιδί που χωρίστηκε από τη μητέρα και τον πατέρα του

γνωρίζει τη λόγχη του ξεσηκωμού

σε πελώριες σταγόνες μετατρέπεται
η σιγή

στην καρδιά του το κεντρί μιας μέλισσας
που μπαινοβγαίνει χωρίς σταματημό

στον καθρέφτη του γυμνά μάτια
φοβισμένων αλόγων

γεμίζουν όλα τα κενά

όπου κι αν κοιτάξει γύρω του σκορπιοί
που πολλαπλασιάζονται με δόλο

[Μετάφραση: Αντωνία Χαριμαδοπούλου]

Το ποίημα του Τούρκου ποιητή Kenan Yücel προσεγγίζει ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο θέμα, αντικρίζοντας μέσα από τα μάτια ενός παιδιού τον αντίκτυπο που έχει στην ψυχή του ο εξαναγκαστικός και βίαιος αποχωρισμός απ’ τους γονείς του.
Μέσα σε συνθήκες ξεσηκωμού, που μας παραπέμπουν σε περιοχές όπου οι λαοί συγκρούονται για εθνικούς ή οικονομικούς λόγους, τα αθώα θύματα που πληρώνουν το υψηλότερο τίμημα είναι τα παιδιά. Μη κατανοώντας το πώς και το γιατί, βρίσκονται αίφνης είτε να απομακρύνονται απ’ τον τόπο τους είτε να χάνουν τους γονείς τους, απομένοντας απροστάτευτα, φοβισμένα και δίχως απαντήσεις σε όσα συγκλονίζουν την ψυχή τους.
Με τρόπο λιτό ο ποιητής δημιουργεί ένα εξαιρετικά φορτισμένο αντιπολεμικό ποίημα, στρέφοντας την εστίασή του σ’ εκείνα τα πλάσματα που υποφέρουν περισσότερο, χωρίς το δίχως άλλο να έχουν ευθύνη ή επίγνωση του τι συμβαίνει γύρω τους.

«σε πελώριες σταγόνες μετατρέπεται
η σιγή»

Η σιωπή που τα περιβάλλει ή σιωπή της αθέλητης και επώδυνης απουσίας τρέπεται γοργά σε πελώριες σταγόνες δακρύων∙ τη μόνη αντίδραση που μπορούν να έχουν τα μικρά παιδιά απέναντι σε ό,τι διέλυσε τη θαλπωρή και ασφάλεια της οικογένειάς τους. Όσοι, όποιοι και όσο σημαντικοί κι αν είναι οι λόγοι που ωθούν τους ενήλικες σε πράξεις πολέμου, δεν είναι ικανοί να δικαιολογήσουν τον τραυματισμό μιας παιδικής ψυχής, και πολύ περισσότερο δεν είναι ικανοί να επουλώσουν το τραύμα της βίαιης εγκατάλειψης.

«στην καρδιά του το κεντρί μιας μέλισσας
που μπαινοβγαίνει χωρίς σταματημό»

Αν οι ενήλικες μπορούν να διακρίνουν στον αγώνα τους έναν στόχο κι ίσως μια νίκη ή μια δικαίωση, για το μικρό παιδί ό,τι υπάρχει κι ό,τι κυριαρχεί στην ψυχή του είναι ένας αδιάκοπος πόνος. Ένας πόνος τόσο δυνατός σαν το κεντρί μιας μέλισσας να σφυροκοπά ασταμάτητα και να δηλητηριάζει την παιδική καρδιά.

«στον καθρέφτη του γυμνά μάτια
φοβισμένων αλόγων

γεμίζουν όλα τα κενά»

Ο φόβος του μικρού εγκαταλελειμμένου πια παιδιού είναι ορατός όχι μόνο στο κλάμα, μα και στο βλέμμα του, όπου τα τρομαγμένα μάτια του μαρτυρούν όλο τον κυκεώνα των συναισθημάτων που θρυμματίζουν την ευαίσθητη ψυχή του.

Ο ποιητής θέλοντας να μεταδώσει παράλληλα και το εμπόλεμο κλίμα που προκάλεσε την οδύνη του παιδιού, συμφύρει δύο επάλληλες εικόνες∙ από τη μία τα φοβισμένα μάτια των αλόγων, που βρίσκονται κι αυτά στη δίνη των συγκρούσεων, κι από την άλλη τα μάτια του παιδιού που φυλακίζουν μέσα του τραγικά στιγμιότυπα του χάους που επικρατεί γύρω του. Το μικρό παιδί που αντίκρισε τη φρίκη και τον τρόμο του πολέμου, όπου κι αν κοιτά, δεν θα πάψει ποτέ να βλέπει τις εικόνες αυτές∙ δεν θα πάψει να βλέπει το φόβο και τον πόνο. Έτσι, στον καθρέφτη του, στον καθρέφτη των ματιών του, ό,τι βλέπει κανείς είναι η αντανάκλαση όσων σφράγισαν για πάντα την ψυχή του.

Τα γυμνά μάτια των φοβισμένων αλόγων -ο αντίκτυπος του πολέμου στις έτερες αθώες ψυχές- είναι εκείνα που θα γεμίζουν πλέον κάθε κενό στη σκέψη και στα συναισθήματα του μικρού παιδιού. Η απορία και τα εναγώνια ερωτήματά του για το τι συνέβη, θα έχουν ως απάντηση το φόβο που αντίκρισε στα μόνα πλάσματα που θα μπορούσαν να αισθανθούν τον πόλεμο με την ίδια άδολη άγνοια, όπως κι εκείνο.

«όπου κι αν κοιτάξει γύρω του σκορπιοί
που πολλαπλασιάζονται με δόλο»

Η απώλεια των γονιών του, που γεννά την πανίσχυρη παροντική του οδύνη, δεν είναι ωστόσο το μόνο που έχει να αντιμετωπίσει το μικρό παιδί. Καθώς, χωρίς την προστασία των δικών του, χωρίς τη δική τους άγρυπνη ματιά, τα πάντα και όλοι γύρω του συνιστούν κινδύνους, τους οποίους το παιδί ούτε είναι έτοιμο να αντιμετωπίσει, μα ούτε και έτοιμο να αναγνωρίσει.
Το παιδί που θρηνεί για τον αθέλητο και απροσδόκητο αποχωρισμό απ’ τους γονείς του, είναι τώρα έκθετο σ’ έναν πολλαπλά σκληρό απέναντί του κόσμο, όπου ακόμη κι αν μπορούσε να υπάρξει μια πηγή στήριξης, δεν θα μπορούσε παρά να γίνει αντιληπτή με εύλογη καχυποψία και φόβο. Για το παιδί που χάνει τους μόνους ανθρώπους που το αγαπούν χωρίς προϋποθέσεις, τους μόνους ανθρώπους που αποζητούν και επιδιώκουν μόνο το καλό του, όλοι οι άλλοι είναι ή φαίνονται ως πιθανοί κίνδυνοι. Η δυνατότητα του παιδιού να εμπιστευτεί και να νιώσει ασφάλεια χάνεται διαμιάς μαζί με τους γονείς του. 
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...