Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Έκθεση Α΄ Λυκείου: Το κωμικό και η σημασία του γέλιου

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Αρκάς 

Έκθεση Α΄ Λυκείου: Το κωμικό και η σημασία του γέλιου

Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα έχουν γίνει πολλές προσπάθειες από αξιόλογους φιλόσοφους, όπως ο Νίτσε ή ο Κάντ, να οριστεί το κωμικό, η κωμωδία και η διαφορά της από την τραγωδία και το γέλιο. Οι ορισμοί αυτοί, παρόλο που διαφέρουν μεταξύ τους, παρουσιάζουν πολλά κοινά σημεία.
Η κωμωδία είναι μία μίμηση των πιο συνηθισμένων ανθρώπων, όχι όμως σε όλα τους τα ελαττώματα, αλλά σε ένα, στο κωμικό. Το κωμικό δηλαδή, είναι ένα λάθος και μια ασχήμια, ανώδυνη και αβλαβής. Προκαλείται όταν διαψεύδεται ξαφνικά μια έντονη προσδοκία μας. Η διάψευση αφορά ένα αντικείμενο που δεν μας ενδιαφέρει σοβαρά, γιατί διαφορετικά προκαλείται θλίψη και όχι ευθυμία. Όμως, στοιχείο κωμικό μπορεί να αποτελέσει και κάτι μικρό και ασήμαντο, όταν του προβάλλουμε την αξίωση ότι είναι κάτι μεγάλο και γεμάτο σημασία. Ξαφνικά και απρόοπτα αποκαλύπτεται αυτό που πραγματικά είναι. Η διάψευση αυτή προκαλεί το γέλιο. Το κωμικό δεν έχει μόνο ως αντικείμενο τη σάτιρα και τα αστεία θέματα, αλλά και πένθιμα, ώστε να αφαιρεθεί κάπως το βάρος της θλίψης από ένα θλιβερό γεγονός και να δειχθεί μια καλοκάγαθη διάθεση παρήγορης συμπόνιας στους θλιμμένους και στους πονεμένους.
Για να καταλάβουμε το γέλιο, θα πρέπει να το τοποθετήσουμε στο φυσικό του περιβάλλον που είναι η κοινωνία. Πρέπει προπάντων να καθορίσουμε τη χρήσιμη λειτουργία του, που είναι μία κοινωνική λειτουργία.
Σύμφωνα με τον Νίτσε, γέλιο σημαίνει να είσαι χαιρέκακος, αλλά με καλή έννοια. Το γέλιο και το κωμικό μπορεί να οριστεί και ως «γκροτέσκο», δηλαδή χονδροειδές (γελοίο). Το γέλιο που προκαλείται από το γκροτέσκο κωμικό συγγενεύει με την αθώα ζωή και την απόλυτη χαρά.
Ένας άλλος τρόπος για να προκαλέσει κανείς το γέλιο είναι η σάτιρα. Η σάτιρα από τη μια μεριά ξεσκεπάζει την ανοησία και από την άλλη καυτηριάζει το κακό. Χαρακτηριστικό είδος σάτιρας αποτελεί ο Καραγκιόζης. Ο Καραγκιόζης είναι ο πρωταγωνιστής του ελληνικού θεάτρου σκιών. Το θέαμα αυτό έχει ρίζες στην εποχή της τουρκοκρατίας. Ο Καραγκιόζης αναπαριστά τον Έλληνα εκείνης της εποχής. Αρχικά αποτέλεσε περιθωριακό θέαμα, στα τέλη όμως του 19ου αιώνα απέκτησε νέα μορφή και περιεχόμενο. Αγαπήθηκε πολύ από τους Έλληνες γιατί μαζί με τους «συμπρωταγωνιστές» του, και κυρίως τον Χατζιαβάτη, σατίρισε έναν τρόπο ζωής με αναφορές σε όλες τις κοινωνικές τάξεις.

Ν.Δ., από την ιστοσελίδα της εφ. Το πρώτο βήμα. 1ο Πειραματικό Γενικό Λύκειο Αθηνών – Γεννάδειο, 2001-2002 (διασκευή).

ΘΕΜΑΤΑ

Α1. Πώς προκαλείται, σύμφωνα με τον συγγραφέα, το κωμικό; (60-80 λέξεις)

Το κωμικό βασίζεται στη μίμηση των πιο ανώδυνων ελαττωμάτων των καθημερινών ανθρώπων και προκαλείται από τη διάψευση μιας προσδοκίας, που δεν αφορά όμως κάτι το ιδιαίτερα σημαντικό. Προκαλείται, επίσης, όταν κάτι που έχει μηδαμινή αξία προβάλλεται ως σπουδαίο και μεγάλο, μόνο και μόνο για να αποκαλυφθεί ξαφνικά η ασημαντότητά του. Το κωμικό, βέβαια, μπορεί να προκύψει και μέσα από τη σάτιρα, η οποία αποκαλύπτει την ανοησία, μα και καυτηριάζει τα αρνητικά φαινόμενα. Ενώ, τέλος, το κωμικό προκαλείται κάποτε και μέσα από πένθιμα θέματα, με σκοπό πάντοτε τη μείωση του αισθήματος θλίψης.

Α1. Πώς εξηγείται, σύμφωνα με τον συγγραφέα, το γεγονός ότι το κωμικό δεν έχει μόνον ως αντικείμενο τη σάτιρα και τα αστεία θέματα, αλλά και τα πένθιμα; (60-80 λέξεις)

Το κωμικό δε βασίζεται μόνο στη σάτιρα και τα αμιγώς αστεία θέματα, αλλά και στα πένθιμα, γεγονός που ίσως προκαλεί εντύπωση. Εντούτοις, όταν επιχειρείται να προκληθεί γέλιο με αφορμή κάποιο πένθιμο θέμα ο στόχος είναι να αμβλυνθεί η ένταση της θλίψης και του πόνου που έχει προκληθεί από το δυσάρεστο γεγονός. Άρα, μέσα από μια τέτοια διαδικασία ό,τι αναμένεται είναι η έκφραση μιας παρηγορητικής διάθεσης απέναντι στους ανθρώπους που βιώνουν θλίψη και πόνο.

Α2. Να δώσετε από έναν πλαγιότιτλο σε κάθε παράγραφο του κειμένου.

- Το κωμικό έχει αποτελέσει αντικείμενο μελέτης φιλοσόφων από την αρχαιότητα.
- Η κωμωδία προκύπτει μέσα από τη μίμηση των συνηθισμένων ανθρώπων.
- Η κοινωνία είναι το φυσικό περιβάλλον του γέλιου.
- Η έννοια του γέλιου σύμφωνα με τον Νίτσε.
- Η σάτιρα ως μέσο πρόκλησης γέλιου και το παράδειγμα του Καραγκιόζη.

Α2. Να χωρίσετε σε δύο παραγράφους τη δεύτερη παράγραφο του κειμένου (Η κωμωδία είναι… πονεμένους) και να αιτιολογήσετε τη διαφορετική παραγραφοποίηση.

Η κωμωδία είναι μία μίμηση των πιο συνηθισμένων ανθρώπων, όχι όμως σε όλα τους τα ελαττώματα, αλλά σε ένα, στο κωμικό. Το κωμικό δηλαδή, είναι ένα λάθος και μια ασχήμια, ανώδυνη και αβλαβής. Προκαλείται όταν διαψεύδεται ξαφνικά μια έντονη προσδοκία μας. Η διάψευση αφορά ένα αντικείμενο που δεν μας ενδιαφέρει σοβαρά, γιατί διαφορετικά προκαλείται θλίψη και όχι ευθυμία. Όμως, στοιχείο κωμικό μπορεί να αποτελέσει και κάτι μικρό και ασήμαντο, όταν του προβάλλουμε την αξίωση ότι είναι κάτι μεγάλο και γεμάτο σημασία. Ξαφνικά και απρόοπτα αποκαλύπτεται αυτό που πραγματικά είναι. Η διάψευση αυτή προκαλεί το γέλιο.
Το κωμικό δεν έχει μόνο ως αντικείμενο τη σάτιρα και τα αστεία θέματα, αλλά και πένθιμα, ώστε να αφαιρεθεί κάπως το βάρος της θλίψης από ένα θλιβερό γεγονός και να δειχθεί μια καλοκάγαθη διάθεση παρήγορης συμπόνιας στους θλιμμένους και στους πονεμένους.

Με βάση τη νέα παραγραφοποίηση στην 1η παράγραφο παρουσιάζεται η έννοια του κωμικού, όπως αυτό προκύπτει μέσα από τη διάψευση μιας προσδοκίας ή την αιφνίδια αποκάλυψη πως κάτι που το εκλαμβάναμε ως εξαιρετικά σημαντικό, είναι στην ουσία κάτι το ασήμαντο.
Ενώ, στη 2η παράγραφο παρουσιάζεται η άντληση του κωμικού στοιχεία από θέματα πένθιμου χαρακτήρα.

Β1. Να συντάξετε μία παράγραφο 60-80 λέξεων στην οποία θα χρησιμοποιήσετε τις λέξεις/φράσεις του κειμένου με έντονη γραφή: προσπάθειες, γέλιο, έντονη προσδοκία, κοινωνία, τρόπο ζωής.

Το γέλιο αποτελεί ένα σημαντικό στοιχείο της ανθρώπινης ζωής, καθώς προσφέρει εκτόνωση από τις συνεχείς εντάσεις και από τις ποικίλες και επίμοχθες προσπάθειες που καταβάλλουν οι άνθρωποι για να αντεπεξέλθουν στις καθημερινές απαιτήσεις. Συνήθως, το αστείο -το αθώο αστείο- προκύπτει μέσα από τη διάψευση μιας έντονης προσδοκίας, η οποία δεν βασιζόταν σε κάποια ρεαλιστική βάση. Ενώ, άλλοτε, το γέλιο προκύπτει από τον σατιρισμό αρνητικών πτυχών της σύγχρονης κοινωνίας αλλά και του τρόπου ζωής των πολιτών.

Β1. α. Να γράψετε ένα αντώνυμο για καθεμιά από τις λέξεις του κειμένου με έντονη γραφή: διαφορά, διαψεύδεται, γεμάτο, θλιβερό, ξεσκεπάζει.

διαφορά: ομοιότητα
διαψεύδεται: επαληθεύεται
γεμάτο: άδειο / κενό
θλιβερό: αστείο
ξεσκεπάζει: σκεπάζει

Β1.β. Να δημιουργήσετε από μία πρόταση χρησιμοποιώντας καθεμιά αντώνυμη λέξη.

- Παρ’ όλη τους την ομοιότητα, μπορώ να τους ξεχωρίσω.
- Η πρόβλεψή του επαληθεύεται από τα γεγονότα.
- Ο πρόσφατος λόγος του πρωθυπουργού ήταν κενός περιεχομένου.
- Όταν είχε κέφι, ήταν πολύ αστείος.
- Η ομίχλη σκεπάζει τα βουνά.

Β1.α. Να γράψετε μία συνώνυμη λέξη ή ισοδύναμη φράση για καθεμιά από τις λέξεις του κειμένου με την έντονη γραφή, με βάση τη σημασία τους στο κείμενο: συνηθισμένων, ελαττώματα, απρόοπτα, τοποθετήσουμε, ξεσκεπάζει.

συνηθισμένων: απλών / καθημερινών / συνήθων
ελαττώματα: μειονεκτήματα
απρόοπτα: απροσδόκητα / απρόσμενα
τοποθετήσουμε: εντάξουμε / θέσουμε
ξεσκεπάζει: αποκαλύπτει

Β1.β. Να δημιουργήσετε από μία πρόταση χρησιμοποιώντας καθεμιά συνώνυμη λέξη ή ισοδύναμη φράση.

- Οι απλοί άνθρωποι πληρώνουν πάντα τα λάθη των κυβερνήσεων.
- Μόλις ανέλαβε τα καθήκοντά του άρχισαν να γίνονται αντιληπτά απ’ όλους τα μειονεκτήματά του.
- Η συνεργασία τους προέκυψε εντελώς απρόσμενα, ύστερα από μια τυχαία συνάντηση.
- Οφείλουμε να εντάξουμε τις πρόσφατες αποφάσεις της κυβέρνησης στο πλαίσιο του ευρύτερου σχεδιασμού της, προκειμένου να αντιληφθούμε πλήρως το νόημά τους.
- Δουλειά και χρέος του δημοσιογράφου είναι να αποκαλύπτει κάθε πιθανή ατασθαλία των πολιτικών που υποπίπτει στην αντίληψή του.  

Β2. «Η διάψευση αυτή προκαλεί το γέλιο»:

1. Να αιτιολογήσετε την επιλογή της ενεργητικής σύνταξης από τον συγγραφέα.

Με τη χρήση της ενεργητικής σύνταξης δίνεται έμφαση στο υποκείμενο (διάψευση) του ρήματος.

2. Να μετατρέψετε την ενεργητική σύνταξη σε παθητική.

- Το γέλιο προκαλείται από αυτή τη διάψευση.

Β2. «Η σάτιρα από τη μια μεριά ξεσκεπάζει την ανοησία και από την άλλη καυτηριάζει το κακό»:

1. Να αιτιολογήσετε την επιλογή της ενεργητικής σύνταξης από τον συγγραφέα.

Με τη χρήση της ενεργητικής σύνταξης δίνεται έμφαση στο υποκείμενο (σάτιρα) του ρήματος.

2. Να μετατρέψετε την ενεργητική σύνταξη σε παθητική.

- Από τη σάτιρα ξεσκεπάζεται από τη μια μεριά η ανοησία και από την άλλη καυτηριάζεται το κακό.

Β2.α. Να επισημάνετε πέντε λέξεις του κειμένου που αποτελούν ειδικό λεξιλόγιο.

- κωμικό
- κωμωδία
- σάτιρα
- γέλιο
- γκροτέσκο

Β2.β. Να αιτιολογήσετε τη χρήση τους στο κείμενο.


Οι λέξεις αυτές σχετίζονται με το θέμα που πραγματεύεται το κείμενο και αποτελούν αναγκαίους όρους προκειμένου η διερεύνησή του να γίνει κατά τρόπο πλήρη και σαφή. 

Οδυσσέας Ελύτης «Άνεμος της Παναγίας»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Il Sassoferrato

Οδυσσέας Ελύτης «Άνεμος της Παναγίας»

Σε μια παλάμη θάλασσας γεύτηκες τα πικρά χαλίκια
Δύο η ώρα το πρωί περιδιαβάζοντας τον έρημο Αύγουστο
Είδες το φως του φεγγαριού να περπατεί μαζί σου
Βήμα χαμένο. Ή αν δεν ήτανε η καρδιά στη θέση της
Ήταν η θύμηση της γης με την ωραία γυναίκα
Η ευχή που λαχτάρησε μέσ’ απ’ τους κόρφους του βασιλικού
Να τη φυσήξει ο άνεμος της Παναγίας!

Ώρα της νύχτας! Κι ο βοριάς πλημμυρισμένος δάκρυα
Μόλις ερίγησε η καρδιά στο σφίξιμο της γης
Γυμνή κάτω από τους αστερισμούς των σιωπηλών της δέντρων

Γεύτηκες τα πικρά χαλίκια στους βυθούς του ονείρου
Την ώρα που τα σύννεφα λύσανε τα πανιά
Και δίχως ήμαρτον κανέν’ από την αμαρτία χαράχτηκε
Στα πρώτα σπλάχνα του ο καιρός. Μπορείς να δεις ακόμη
Πριν απ’ την αρχική φωτιά την ομορφιά της άμμου
Όπου έπαιζες τον όρκο σου κι όπου είχες την ευχή
Εκατόφυλλη, ανοιχτή στον άνεμο της Παναγίας!

Το ποίημα «Άνεμος της Παναγίας» ακολουθεί πλησιέστερα τις αρχές του κινήματος του υπερρεαλισμού, όπως τουλάχιστον θέλησε να τις αξιοποιήσει ο Οδυσσέας Ελύτης στην ποίησή του. Το νόημα του ποιήματος περιορίζεται σημαντικά και η έμφαση δίνεται στη συνειρμική δύναμη των εικόνων και των λέξεων να ανακινούν συναισθηματικές καταστάσεις στη σκέψη και στην ψυχή του αναγνώστη. Όσα καταγράφονται δεν ενδιαφέρουν τόσο από την άποψη ότι συνθέτουν μια λογική αλληλουχία, όσο για το γεγονός ότι κατορθώνουν να δημιουργήσουν εκείνο το συναισθηματικό κλίμα που υπηρετεί και φανερώνει καλύτερα την κυρίαρχη ιδέα που διατρέχει το ποίημα∙ την αρχέγονη ανάγκη της παρουσίας του άλλου.

Σε μια παλάμη θάλασσας γεύτηκες τα πικρά χαλίκια
Δύο η ώρα το πρωί περιδιαβάζοντας τον έρημο Αύγουστο
Είδες το φως του φεγγαριού να περπατεί μαζί σου
Βήμα χαμένο.

Το ποιητικό υποκείμενο χρησιμοποιώντας το β΄ ενικό πρόσωπο δημιουργεί την αίσθηση πως απευθύνει το λόγο σ’ ένα συγκεκριμένο πρόσωπο∙ εντύπωση, ωστόσο, που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, εφόσον τα λόγια αυτά απευθύνονται στον ίδιο του τον εαυτό. Το βίωμα που καταγράφεται είναι προσωπικό, ο ποιητής όμως δεν θέλει να το περιορίσει με τη χρήση του α΄ προσώπου, καθώς γνωρίζει πως, αν και εκπληκτικής έντασης, δεν αποτελεί κάτι που αφορά μόνο τον ίδιο. Έχουν έρθει κι άλλοι άνθρωποι αντιμέτωποι με τον πόνο της εγκατάλειψης από το πρόσωπο που αγαπούν.
Η οδύνη που διακατέχει την ψυχή του ποιητικού υποκειμένου δίνεται με συνεχείς αναφορές στη φύση, η οποία μοιάζει να συναισθάνεται τον πόνο του. Σε μια παλάμη θάλασσα, στο ελάχιστο νερό δηλαδή που χωρά μια παλάμη, ο ερωτευμένος ποιητής ή το ερωτευμένο άτομο εν γένει, γεύτηκε μαζί και τα πικρά χαλίκια. Δήλωση που φανερώνει πως, αν και του δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσει μόνο για σύντομο χρονικό διάστημα τη γυναίκα που τον συγκινούσε, ωστόσο σ’ αυτό το λίγο διάστημα ένιωσε μαζί με την απόλαυση του έρωτα -του δροσερού θαλασσινού νερού- και τις πολλές πίκρες που τον συνοδεύουν. Ο ποιητής αξιοποιεί έξοχα εδώ το απροσδόκητο που δημιουργεί η εικόνα να βρίσκονται χαλίκια σε μόλις μια παλάμη θαλασσινού νερού, για να αποδώσει τις πίκρες που προσφέρει ένα συναίσθημα, το οποίο χαρακτηρίζεται πάντοτε από τις καλύτερες των προθέσεων.
Η μοναξιά του ερωτευμένου και πληγωμένου ατόμου το ωθεί στο να περπατά μόνο του δύο η ώρα τη νύχτα στους ερημικούς δρόμους Αυγούστου. Μα δεν είναι τελείως μόνο του, εφόσον το συνοδεύει το φως του φεγγαριού, που μοιάζει να περπατά κι αυτό μ’ έναν βηματισμό χαμένο, μιας και δεν υπάρχει ουσιαστικός προορισμός. Η λύπη από την οποία το άτομο προσπαθεί να ξεφύγει το ακολουθεί πιο στενά κι από το φεγγάρι, κι είναι άρα μια δίχως σκοπό περιπλάνηση, που δεν μπορεί να αποδιώξει την οδύνη της ψυχής.
Η έρημη πόλη τον Αύγουστο και το περπάτημα υπό το φως του φεγγαριού, καθιστούν ακόμη πιο έντονη τη θλίψη του ερωτευμένου προσώπου, αφού κινείται σ’ ένα ως προς όλα ειδυλλιακό τοπίο χωρίς να έχει πλάι του κανέναν άνθρωπο για να μοιραστεί την ομορφιά που αντικρίζει.

Ή αν δεν ήτανε η καρδιά στη θέση της
Ήταν η θύμηση της γης με την ωραία γυναίκα
Η ευχή που λαχτάρησε μέσ’ απ’ τους κόρφους του βασιλικού
Να τη φυσήξει ο άνεμος της Παναγίας!

Ό,τι φέρνει πόνο στο κεντρικό πρόσωπο του ποιήματος που περπατά μοναχό του και νιώθει πως η καρδιά του δεν είναι στη θέση της, πως τίποτε δεν είναι όπως θα έπρεπε, είναι η ανάμνηση της γης μαζί με την ωραία γυναίκα∙ είναι η ανάμνηση εκείνων των στιγμών που βρισκόταν μαζί της και απολάμβανε πλάι της το κάλλος της φύσης και την ευδαιμονία της ζωής. Κι είναι ακριβώς η επιστροφή σ’ αυτή την πρότερη κατάσταση ευτυχίας που συνιστά την ευχή του, την πιο πολύτιμη ευχή του, εκείνη που λαχταρά να τη φυσήξει ο άνεμος της Παναγίας μέσα από τους κόρφους του βασιλικού∙ με την ελπίδα πως καθώς θα πλημμυρίζει η φύση από την ιδιαίτερη ευωδιά του φυτού, εκείνος θα βρίσκει και πάλι κοντά του την αγαπημένη γυναίκα.
Έξοχος ο τρόπος με τον οποίο ο ποιητής συνδέει το άρωμα που αναδύει ο βασιλικός με την ισχυρή εκείνη λειτουργία των ευωδιών να φέρνουν στη σκέψη μνήμες από το παρελθόν, μιας και αυτό που κυρίως κυριαρχεί στους στίχους αυτούς είναι μια ανάμνηση∙ η ανάμνηση του πόσο πιο όμορφη ήταν η ζωή, όταν είχε κοντά του την ωραία γυναίκα.  

Ώρα της νύχτας! Κι ο βοριάς πλημμυρισμένος δάκρυα
Μόλις ερίγησε η καρδιά στο σφίξιμο της γης
Γυμνή κάτω από τους αστερισμούς των σιωπηλών της δέντρων

Είναι πια αργά μέσα στη νύχτα κι ο βοριάς έχει πλημμυρίσει από τα δάκρυα του ερωτευμένου προσώπου, που περπατά δοσμένος στη θλίψη του. Η ψυχή του ανθρώπου συνδέεται αξεδιάλυτα με τη γύρω φύση, καθιστώντας το βίωμα του προσώπου μια συλλογική κατάσταση που επηρεάζει από κοινού τον ίδιο μα και τη γη. Έτσι, η καρδιά του ανθρώπου που ριγεί από το κρύο του βοριά, μοιάζει να αντιδρά στο σφίξιμο της γης, μοιάζει να νιώθει ολόκληρη τη γη να σφίγγεται σαν να αισθάνεται κι εκείνη παγιδευμένη στη μέγκενη του πόνου. Ριγεί η καρδιά, όπως κι η γη, γυμνή, εγκαταλελειμμένη από κάθε συναίσθημα που άλλοτε την κρατούσε ζεστή, κάτω από τους αστερισμούς των σιωπηλών της δέντρων∙ η καρδιά κι η γη, φτάνουν σταδιακά σε μια πλήρη ταύτιση, και βιώνουν από κοινού την αίσθηση της ερήμωσης -από ανθρώπους, από συναισθήματα- σ’ ένα τοπίο όπου κυριαρχούν τα κατ’ ανάγκη σιωπηλά δέντρα.  
Η ταύτιση της φύσης με την καρδιά του ανθρώπου έρχεται να τονίσει πως η οδύνη και η θλίψη που βιώνει το άτομο αποτελούν συναισθήματα απολύτως συνδεδεμένα με το ιδιαίτερο της ανθρώπινης φύσης, η οποία εύλογα δεν μπορεί να συμφιλιωθεί με τη μοναξιά και την εγκατάλειψη.  

Γεύτηκες τα πικρά χαλίκια στους βυθούς του ονείρου
Την ώρα που τα σύννεφα λύσανε τα πανιά
Και δίχως ήμαρτον κανέν’ από την αμαρτία χαράχτηκε
Στα πρώτα σπλάχνα του ο καιρός.

Κι αργότερα, όταν πια ο ερωτευμένος άνθρωπος έχει αφεθεί στον ύπνο, ακόμη κι εκεί την ώρα του ονείρου γεύεται τα πικρά χαλίκια της ανήσυχης ψυχής που με κάθε τρόπο φανερώνει τη θλίψη και τον πόνο της. Ακόμη και στους βυθούς του ονείρου, ο άνθρωπος που βίωσε την εγκατάλειψη δεν βρίσκει τρόπο να ησυχάσει. Μα κι η φύση, που συναισθάνεται αδιάκοπα την ένταση του καημού του, βρίσκεται κι εκείνη σε παρόμοια κατάσταση ταραχής. Την ώρα, λοιπόν, που τα σύννεφα άρχισαν να κινούνται γοργά, σαν να έχουν λύσει τα πανιά τους, ο καιρός χαράζεται, δίχως κανένα έλεος, στα πρώτα του σπλάχνα από την αμαρτία.
Οι στίχοι αυτοί αποτελούν ένα εξαίρετο δείγμα υπερρεαλιστικής γραφής, με τον ποιητή να εκμεταλλεύεται άριστα την πολυσημία της ελληνικής γλώσσας, συνθέτοντας ένα κείμενο που επιδέχεται πολλαπλές αναγνώσεις. Η αμαρτία που χαράζει τον «καιρό», άρα τον χρόνο, στα πρώτα του κιόλας σπλάχνα, μας παραπέμπει, υπό μία έννοια, στο προπατορικό εκείνο αμάρτημα, που έφερε τη γυναίκα να αποτελεί το λόγο εκδίωξης των ανθρώπων από τον παράδεισο. Η αμαρτία, ωστόσο, μπορεί να λάβει επιπλέον προεκτάσεις, αν συσχετιστεί με την αιτία της θλίψης του κεντρικού προσώπου. Η φυγή της αγαπημένης γυναίκας, και άρα, η δυνατότητα του ενός ανθρώπου να πληγώνει, δίχως έλεος, έναν άλλον άνθρωπο, και μάλιστα εκείνον που τον αγαπά, μας φέρνει σε μια μορφή αμαρτίας πέρα για πέρα διαχρονική. Πρόθεση, μάλιστα, του ποιητή με την αναφορά στα πρώτα σπλάχνα του καιρού, είναι να καταστήσει σαφές πως ο έρωτας, όπως κι ο πόνος που τον συνοδεύει, είναι κάτι που ενυπάρχει στην ανθρώπινη φύση από την πρώτη της κιόλας στιγμή.
Αν θέλουμε, πάντως, να ανιχνεύσουμε τη συσχέτιση των στίχων αυτών με μια εικόνα παρμένη αμιγώς από το χώρο της φύσης, μπορούμε να εικάσουμε την αναφορά σ’ εκείνον τον πρώτο κεραυνό που έθεσε σε κίνηση όλες τις εναλλαγές του καιρού, φέρνοντας ίσως την πρώτη βροχή.

Μπορείς να δεις ακόμη
Πριν απ’ την αρχική φωτιά την ομορφιά της άμμου
Όπου έπαιζες τον όρκο σου κι όπου είχες την ευχή
Εκατόφυλλη, ανοιχτή στον άνεμο της Παναγίας!

Στους καταληκτικούς στίχους ο ποιητής επισημαίνει πως μπορεί ο ερωτευμένος άνθρωπος, ο ίδιος ο ποιητής δηλαδή, να δει ακόμη την ομορφιά της άμμου, πριν από την αρχική εκείνη φωτιά του πρώτου κεραυνού που έδωσε στη φύση μια γεύση από τη βιαιότητα των ίδιων της των γενεσιουργών δυνάμεων∙ και διαφορετικά, πριν από την αρχική φωτιά του καταλυτικού ερωτικού συναισθήματος που ανέτρεψε όλα τα δεδομένα στην ψυχή του ανθρώπου και του στέρησε τη δυνατότητα να γνωρίζει τη χαρά στην απλότητα των πραγμάτων, χωρίς την παρουσία του αγαπημένου προσώπου.
Μπορεί, λοιπόν, να δει την ομορφιά της άμμου, στην οποία έπαιζε με τον όρκο του, με την υπόσχεση μιας αδιαπραγμάτευτης αφοσίωσης στην αγαπημένη γυναίκα, κι είχε την ευχή του ολάνοιχτη στον άνεμο της Παναγίας, περιμένοντας τη δική της ευλογία για να βρει στη ζωή του εκείνη τη γυναίκα που θα αγαπήσει ολόψυχα.

Μας μεταφέρει, άρα, ο ποιητής στο σημείο που ήταν λίγο προτού ξεκινήσουν όλα, όταν ακόμη ευχόταν στην Παναγία να φέρει στη ζωή του τη γυναίκα, κι ο ίδιος υποσχόταν να της προσφέρει αγνή, άδολη και σταθερή την αγάπη του. 

Κώστας Βάρναλης «Οι πόνοι της Παναγιάς»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Il Sassoferrato

Κώστας Βάρναλης «Οι πόνοι της Παναγιάς»

(απόσπασμα)

Το ποίημα ανήκει στο πρώτο μέρος της ποιητικής σύνθεσης Σκλάβοι Πολιορκημένοι, η οποία εκδόθηκε το 1927. Ο ποιητής, ακολουθώντας τη δημοτική μας παράδοση, χρησιμοποιεί τη μορφή της Παναγιάς, για να εκφράσει τον ανθρώπινο πόνο της μάνας· η Παναγιά κατέχεται από τα τρυφερότερα συναισθήματα για το παιδί που πρόκειται να γεννήσει, αλλά και από κακά προαισθήματα για την τύχη που το περιμένει.

Που να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί;
Σε ποιο νησί του Ωκεανού, σε ποιαν κορφήν ερημική;
Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ’ άδικο φωνάξεις.
Ξέρω, πως θα ‘χεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή,
που μες στα βρόχια της οργής ταχιά θενά σπαράξεις.

Συ θα ‘χεις μάτια γαλανά, θα ‘χεις κορμάκι τρυφερό,
θα σε φυλάω από ματιά κακή κι από κακόν καιρό,
από το πρώτο ξάφνιασμα της ξυπνημένης νιότης.
Δεν είσαι συ για μαχητές, δεν είσαι συ για το σταυρό.
Εσύ νοικοκερόπουλο, όχι σκλάβος ή προδότης.

Τη νύχτα θα σηκώνομαι κι αγάλια θα νυχοπατώ,
να σκύβω την ανάσα σου ν’ ακώ, πουλάκι μου ζεστό,
να σου τοιμάζω στη φωτιά γάλα και χαμομήλι
κι ύστερ’ απ’ το παράθυρο με καρδιοχτύπι θα κοιτώ
που θα πηγαίνεις στο σκολειό με πλάκα και κοντύλι...

Κι αν κάποτε τα φρένα σου το Δίκιο, φως της αστραπής,
κι η Αλήθεια σού χτυπήσουνε, παιδάκι μου, να μην τα πεις.
Θεριά οι άνθρωποι, δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν.
Δεν είναι αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν.

Ώχου, μου μπήγεις στην καρδιά, χίλια μαχαίρια και σπαθιά.
Στη γλώσσα μου ξεραίνεται το σάλιο, σαν πικρή αψιθιά!
- Ω! πώς βελάζεις ήσυχα, κοπάδι εσύ βουνίσο...-
Βοηθάτε, ουράνιες δύναμες, κι ανοίχτε μου την πιο βαθιά
την άβυσσο, μακριά απ’ τους λύκους να κρυφογεννήσω!

και τ’ άδικο φωνάξεις: να φωνάξεις, να αποκαλύψεις.
βρόχια: θηλιά, παγίδα.
νυχοπατώ: πατώ στα νύχια των ποδιών, περπατώ αθόρυβα.
ακώ: ακούω.
τα φρένα: οι σκέψεις, ο νους.
αψιθιά: αρωματικό φυτό με πικρή γεύση, που χρησιμοποιείται και για ζεστό ρόφημα.
Η Παναγία λειτουργεί ως διαχρονικό σύμβολο της μητρικής αγάπης, αλλά και του πόνου που βιώνει μια μητέρα όταν βλέπει το παιδί της να θυσιάζει τη δική του ύπαρξη για το καλό των άλλων. Σύμβολο που επιλέγει ο Βάρναλης προκειμένου να αποδώσει το πλήθος των ανησυχιών που διακατέχουν κάθε μητέρα για το μέλλον και την ασφάλεια του παιδιού της.

Που να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί;
Σε ποιο νησί του Ωκεανού, σε ποιαν κορφήν ερημική;

Τα στοιχεία του ποιητικού μονολόγου της Παναγίας υποδηλώνουν πως βρισκόμαστε λίγο προτού γεννήσει, πως γνωρίζει ήδη ότι πρόκειται να φέρει στον κόσμο γιο, αλλά και το φρικτό του τέλος. Ακούμε, έτσι, την Παναγία να εκφράζει όλη της την τρυφερότητα απέναντι στο αγέννητο ακόμη παιδί της, μα και τις προθέσεις της να κάνει ό,τι μπορεί για να το προστατεύσει από το δεινό του μέλλον.
Τα εισαγωγικά ερωτήματα του ποιήματος υποδηλώνουν πως η Παναγία δεν θέλει να βρεθεί αντιμέτωπο το παιδί της με τη φονική κακία των ανθρώπων, γι’ αυτό και αναρωτιέται που θα μπορούσε να κρύψει τον γιο της προκειμένου να τον γλιτώσει. Τοποθετεί, μάλιστα, τις πιθανές κρυψώνες είτε σε κάποιο νησί του Ωκεανού, μακριά από τους ανθρώπους, είτε αντιστοίχως σε κάποια ερημική κορυφή βουνού, καλύπτοντας κατά αυτό τον τρόπο τα συνήθη δυσπρόσιτα μέρη∙ τον ωκεανό και τα ψηλά βουνά.
Είναι εμφανές πως η Παναγία δεν μιλά εδώ ως το ιερό πρόσωπο που γνωρίζει καλά την άφευκτη μοίρα του θεϊκού γιου που θα φέρει στον κόσμο, αλλά ως μητέρα που θέλει με κάθε τρόπο να προφυλάξει το παιδί της από κάθε πιθανό κακό.

Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ’ άδικο φωνάξεις.
Ξέρω, πως θα ‘χεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή,
που μες στα βρόχια της οργής ταχιά θενά σπαράξεις.

Η Παναγία γνωρίζοντας πως ο γιος της μέλλεται να κηρύξει τη δικαιοσύνη και τον τερματισμό της εκμετάλλευσης των ανθρώπων, προκαλώντας έτσι την οργή των ισχυρών του κόσμου, βεβαιώνει το παιδί της πως δεν θα του μάθει να μιλά. Με αυτό τον τρόπο η φιλόστοργη μητέρα θέλει να αποτρέψει το γιο της από το να ξεκινήσει μελλοντικά την προσπάθειά του να εναντιωθεί στην αδικία και να αποκαλύψει το πλήθος των αδικιών που συμβαίνουν στον κόσμο.
Η Παναγία ξέρει καλά, πως ο γιος της θα έχει μια καρδιά τόσο αγαθή και τόσο γλυκιά, ώστε θα του είναι δύσκολο να μη συμπαρασταθεί στους αδικημένους και στους αδύναμους. Ξέρει, όμως, εξίσου καλά, πως αυτή ακριβώς η αγαθή του προαίρεση θα τον φέρει αντιμέτωπο με τους δυνατούς, και πως τελικά θα βασανιστεί αφού θα πιαστεί στην παγίδα της οργής τους.
Τα μηνύματα ανθρωπισμού και καλοσύνης που θα φέρει ο Χριστός στον κόσμο, θα σταθούν ο λόγος για τον οποίο οι έχοντες και οι ισχυροί θα θελήσουν να τον σκοτώσουν, προκειμένου να θέσουν τέρμα στην προσπάθεια αφύπνισης των φτωχών και των ανίσχυρων που εκείνος θα επιχειρήσει.

Συ θα ‘χεις μάτια γαλανά, θα ‘χεις κορμάκι τρυφερό,
θα σε φυλάω από ματιά κακή κι από κακόν καιρό,
από το πρώτο ξάφνιασμα της ξυπνημένης νιότης.

Η Παναγία μοιάζει να γνωρίζει ήδη ακόμη και στοιχεία της εμφάνισης του γιου της, ο οποίος θα έχει μάτια γαλανά -χρώμα συμβολικό για την αγνότητα και την καθαρότητα του βλέμματος του Χριστού-, και το κορμί του θα είναι τρυφερό, αντανακλώντας έτσι την αγαθότητα και την απλότητα της ψυχής του.
Πρόθεσή της είναι να προφυλάξει το παιδί της από την κακή ματιά του ζηλόφθονου κόσμου, αλλά κι από τις κακές περιστάσεις, λειτουργώντας ως ακαταπόνητος προστάτης του αγαπημένου της πλάσματος. Η Παναγία, μάλιστα, θέλει να προφυλάξει το παιδί της κι από το πρώτο εκείνο ξάφνιασμα που προκαλείται στους νέους -στους εφήβους- μόλις συντελείται μέσα τους η αφύπνιση της νεότητας κι αρχίζουν να βλέπουν τον κόσμο τελείως διαφορετικά και να επιθυμούν για πρώτη φορά μια διαφορετική βίωση της ζωής. Η Παναγία, επομένως, θα ήθελε να προφυλάξει το παιδί της, όχι μόνο από τους άλλους ανθρώπους και τις κακές συγκυρίες, αλλά κι από τον ίδιο του τον εαυτό, προκειμένου να μη γνωρίσει τις πικρίες του έρωτα και της επιθυμίας που γνωρίζει τη διάψευση ή τη ματαίωση.
Η Παναγία μιλά στο μελλοντικό της γιο λαμβάνοντας υπόψη της την ανθρώπινη φύση του και όχι τη θεϊκή του υπόσταση, εφόσον ως μητέρα ανησυχεί για εκείνον και θέλει να τον γλιτώσει από κάθε πιθανό ανθρώπινο πόνο, όπως η ίδια τους έχει βιώσει και γνωρίσει κατά τη διάρκεια της ζωής της.

Δεν είσαι συ για μαχητές, δεν είσαι συ για το σταυρό.
Εσύ νοικοκερόπουλο, όχι σκλάβος ή προδότης.

Η Παναγία γνωρίζει την αποστολή του θεϊκού γιου της και γνωρίζει τον μαρτυρικό θάνατο που του αναλογεί. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει πως επιθυμεί να δει το παιδί της να περνά έναν τόσο σκληρό βίο. Γι’ αυτό και οι συμβουλές που του δίνει, τώρα που είναι ακόμη αγέννητος, έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την πορεία που θα ακολουθήσει ο Χριστός. Η Παναγία δεν θέλει να δει το γιο της να εμπλέκεται σε αγώνες, έστω κι αν αυτοί θα αποσκοπούν στη σωτηρία των ανθρώπων, διότι γνωρίζει πως το τίμημα για το παιδί της θα είναι ο θάνατος πάνω στο σταυρό. Έτσι, η δική της θέληση είναι να δει το παιδί της νοικοκύρη, με μια φιλήσυχη ζωή, χωρίς να γίνεται σκλάβος κανενός και χωρίς να προδίδει κανέναν.  
Ο Χριστός με τη δράση του θα αποτελέσει το πρότυπο του ενεργού πολίτη, που θέτει τον εαυτό του σε δεύτερη μοίρα και παλεύει με όλες του τις δυνάμεις για να δει τον κόσμο να αλλάζει προς το καλύτερο. Ο Χριστός δεν θα γίνει, όπως θα το ήθελε η μητέρα του, ένας νοικοκύρης, θα γίνει ένας άφοβος αγωνιστής, που θα έρθει αντιμέτωπος με την αδικία των ισχυρών∙ γεγονός, βέβαια, που θα το πληρώσει με την ίδια του τη ζωή.

Τη νύχτα θα σηκώνομαι κι αγάλια θα νυχοπατώ,
να σκύβω την ανάσα σου ν’ ακώ, πουλάκι μου ζεστό,
να σου τοιμάζω στη φωτιά γάλα και χαμομήλι
κι ύστερ’ απ’ το παράθυρο με καρδιοχτύπι θα κοιτώ
που θα πηγαίνεις στο σκολειό με πλάκα και κοντύλι...
Στη στροφή αυτή αποδίδεται ένα κομμάτι της αμιγώς ανθρώπινης ζωής του Χριστού, της βρεφικής και παιδικής του ηλικίας, όπου η Παναγία έχει την ευκαιρία να εκδηλώσει όλη της την τρυφερότητα απέναντί του.
Η Παναγία θα σηκώνεται τη νύχτα, περπατώντας σιγά και πατώντας στα νύχια, προκειμένου να μην ενοχλήσει τον ύπνο του βρέφους και θα σκύβει για ν’ ακούσει την ανάσα του μωρού της. Κι ύστερα θα του ετοιμάζει στη φωτιά το ζεστό του γάλα και χαμομήλι για να το ταΐσει. Εικόνες μιας θαλπωρής οικείας σε κάθε οικογένεια, που έχει την ευλογία να μεγαλώσει ένα μικρό παιδί και να γευτεί την ευδαιμονία που προσφέρουν στον άνθρωπο όλες εκείνες η φροντίδες που απευθύνονται σ’ ένα μωρό και σ’ ένα μικρό παιδί. Μια γαλήνη που συνιστά περίοδο αγνής ευτυχίας.
Η επόμενη εικόνα μας μεταφέρει σ’ ένα ελαφρώς μεταγενέστερο χρονικό σημείο, με την Παναγία να κοιτά με καρδιοχτύπι το μικρό της παιδί να πηγαίνει στο σχολείο του, κρατώντας την πλάκα και το κοντύλι του, για να μάθει να γράφει και να διαβάζει.

Κι αν κάποτε τα φρένα σου το Δίκιο, φως της αστραπής,
κι η Αλήθεια σού χτυπήσουνε, παιδάκι μου, να μην τα πεις.
Θεριά οι άνθρωποι, δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν.

Το κλίμα της ανέφελης ευτυχίας που αποδίδεται στην προηγούμενη στροφή αλλάζει, καθώς το πέρασμα από την παιδική ηλικία στην εφηβική και κατόπιν στη νεανική θα σημάνει και την αφύπνιση του Χριστού, ο οποίος θα είναι πια σε θέση να αντιληφθεί τις έννοιες του Δικαίου και της Αλήθειας. Η συμβουλή, πάντως, της Παναγίας προς το παιδί της είναι πως όταν κάποια στιγμή η σκέψη του φωτιστεί από τις έννοιες αυτές, να μη τις εκφράσει, να μη μιλήσει γι’ αυτές. Διότι οι άνθρωποι είναι θηρία και δεν αντέχουν να σηκώνουν το φως∙ δεν αντέχουν να βλέπουν την αλήθεια της ζωής τους και της κοινωνίας τους. Έτσι, παρά το γεγονός ότι ο Χριστός θα μπορεί πια να αντιληφθεί τι είναι Δίκιο και τι είναι Αλήθεια, αφού θα έχει φωτιστεί ο νους του με τη δύναμη μιας αστραπής, εντούτοις είναι προτιμότερο -σύμφωνα με την επιθυμία της Παναγίας- να κρατηθεί μακριά από την επισήμανση αυτών των εννοιών και καταστάσεων, καθώς θα εξοργίσει τους ανθρώπους γύρω του.

Δεν είναι αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν.

Η συμβουλή της Παναγίας απηχεί εδώ το γνωστό ρητό σχετικά με τη σιωπή, η οποία είναι χρυσός, εφόσον γλιτώνει το άτομο από το να προκαλεί εντάσεις και να έρχεται σε σύγκρουση με τους άλλους ανθρώπους. Η πιο χρυσή αλήθεια, άρα, είναι η αλήθεια της σιωπής, αφού είναι η μόνη που επιτρέπει στους ανθρώπους να ζουν φιλήσυχα και να μην στρέφουν εναντίον τους όλους εκείνους που θίγονται απ’ όσα θα μπορούσαν ενδεχομένως να λεχθούν.
Η Παναγία έχοντας πάντοτε κατά νου τη βασική της επιθυμία, την προφύλαξη δηλαδή του παιδιού της από την οργή των ανθρώπων, τον συμβουλεύει πως ακόμη κι όταν θα είναι σε θέση να αντιληφθεί το Δίκαιο και την Αλήθεια, να επιλέξει τη σιωπή. Καθώς, αν επιλέξει να μιλήσει γι’ αυτά κι αν επιλέξει να στραφεί ενάντια σ’ εκείνους που αδικούν και ψεύδονται τότε εκείνοι θα τον σταυρώσουν. Κατάληξη τόσο δεδομένη, ώστε η Παναγία δηλώνει στο γιο της πως και χίλιες φορές αν γεννηθεί, αν επιλέξει να μιλήσει για τις αρετές της Αλήθειας και του Δικαίου, και τις χίλιες φορές οι άλλοι άνθρωποι θα τον σταυρώσουν.
Η συμβουλή της Παναγίας στον Χριστό να επιλέξει τη χρυσή σιωπή, είναι φυσικά εντελώς αντίθετη με τον ιερό σκοπό που έχει εκείνος να επιτελέσει, αλλά είναι απολύτως λογική από την οπτική της μητέρας που θέλει με κάθε τρόπο να προστατεύσει το παιδί της.

Ώχου, μου μπήγεις στην καρδιά, χίλια μαχαίρια και σπαθιά.
Στη γλώσσα μου ξεραίνεται το σάλιο, σαν πικρή αψιθιά!

Καθώς προχωρά ο μονόλογος της Παναγίας μετατίθεται χρονικά σε όλο και μεταγενέστερα χρονικά σημεία της ζωής του Χριστού, έτσι από τις γαλήνιες στιγμές της βρεφικής του ηλικίας φτάνει εδώ στη στιγμή της σταύρωσής του, η οποία γίνεται εμφανής από τα συναισθήματα που εκφράζονται. Η Παναγία, και μόνο στη σκέψη της θανάτωσης του παιδιού της, νιώθει σαν να της μπήγουν χίλια μαχαίρια και σπαθιά στην καρδιά, ενώ το σάλιο της ξεραίνεται στη γλώσσα της κι είναι πικρό, σαν δηλητήριο. Είναι, δίχως άλλο, σαφές πως η Παναγία δεν μπορεί να δει στη θυσία του γιου της μια προσφορά αγάπης και ελέους προς τους ανθρώπους∙ βλέπει μόνο το θάνατο του μονάκριβου παιδιού της κι αυτό της προκαλεί ανείπωτο πόνο.

- Ω! πώς βελάζεις ήσυχα, κοπάδι εσύ βουνίσο...-
Βοηθάτε, ουράνιες δύναμες, κι ανοίχτε μου την πιο βαθιά
την άβυσσο, μακριά απ’ τους λύκους να κρυφογεννήσω!

Με μια έξοχη αντίθεση ανάμεσα στο ήσυχο κοπάδι του βουνού και τους μοχθηρούς λύκους που καραδοκούν, η Παναγία παρουσιάζει το φόβο της πως τη στιγμή που εκείνη ετοιμάζεται να φέρει στον κόσμο ένα απολύτως αγαθό βρέφος υπάρχουν ήδη εκείνοι που θέλουν να το βλάψουν. Στρέφεται, έτσι, στις ουράνιες δυνάμεις, στον Θεό, και ζητά να ανοίξουν για χάρη της την πιο βαθιά άβυσσο, προκειμένου να γεννήσει στα κρυφά, μακριά από τους λύκους, μακριά από τους αδίστακτους ανθρώπους που θα θελήσουν να της στερήσουν την παρουσία και την ύπαρξη του παιδιού της.
Η μητέρα Παναγία, έστω κι αν γνωρίζει καλά το ιδιαίτερο της πορείας που πρόκειται να ακολουθήσει ο γιος της, δεν είναι διατεθειμένη να αποδεχτεί το γεγονός πως το παιδί που θα μεγαλώσει εκείνη με τόση αγάπη, θα το σταυρώσουν οι άνθρωποι για να απαλλαγούν από τα κηρύγματα της αγάπης και της δικαιοσύνης. Υποφέρει μ’ αυτή τη σκέψη και αναζητά τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να προφυλάξει το παιδί της από την οργή των ανθρώπων.

Σε κάθε στροφή του ποιήματος ο 1ος, ο 2ος και ο 4ος στίχος είναι δεκαεξασύλλαβοι και ομοιοκαταληκτούν μεταξύ τους, και αντίστοιχα, ο 3ος και ο 5ος που είναι δεκαπεντασύλλαβοι ομοιοκαταληκτούν μεταξύ τους. Το μέτρο όλων των στίχων είναι ιαμβικό, βασίζεται δηλαδή σε ζεύγη συλλαβών, στα οποία τονίζεται η δεύτερη.

Α / πό  / το / πρώ / το / ξά / φνια / σμα / της / ξυ / πνη / με / νης / νιό / της (15 συλλαβές)

Ερωτήσεις:
1. Στο μονόλογο της Παναγιάς υπάρχουν στίχοι που εκφράζουν τα πιο τρυφερά συναισθήματα και άλλοι που εκφράζουν τις πιο πικρές διαπιστώσεις: να τους εντοπίσετε στο απόσπασμα.

Τα τρυφερά συναισθήματα της Παναγίας εκφράζονται στους ακόλουθους στίχους:
- Που να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί

- Ξέρω, πως θα ‘χεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή

- Συ θα ‘χεις μάτια γαλανά, θα ‘χεις κορμάκι τρυφερό,
θα σε φυλάω από ματιά κακή κι από κακόν καιρό,
από το πρώτο ξάφνιασμα της ξυπνημένης νιότης.

- Τη νύχτα θα σηκώνομαι κι αγάλια θα νυχοπατώ,
να σκύβω την ανάσα σου ν’ ακώ, πουλάκι μου ζεστό,
να σου τοιμάζω στη φωτιά γάλα και χαμομήλι
κι ύστερ’ απ’ το παράθυρο με καρδιοχτύπι θα κοιτώ
που θα πηγαίνεις στο σκολειό με πλάκα και κοντύλι...

Οι πικρές διαπιστώσεις, που σχετίζονται με τη δολιότητα και την κακία των ανθρώπων, εκφράζονται στους ακόλουθους στίχους:
- Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ’ άδικο φωνάξεις.
Ξέρω, πως θα 'χεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή,
που μες στα βρόχια της οργής ταχιά θενά σπαράξεις.

- Κι αν κάποτε τα φρένα σου το Δίκιο, φως της αστραπής,
κι η Αλήθεια σού χτυπήσουνε, παιδάκι μου, να μην τα πεις.
Θεριά οι άνθρωποι, δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν.
Δεν είναι αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν.

- Βοηθάτε, ουράνιες δύναμες, κι ανοίχτε μου την πιο βαθιά
την άβυσσο, μακριά απ' τους λύκους να κρυφογεννήσω!

2. «Θεριά οι άνθρωποι... θα σε σταυρώσουν»: να σχολιάσετε το νόημα των τριών αυτών στίχων.

Η συμβουλή της Παναγίας απηχεί εδώ το γνωστό ρητό σχετικά με τη σιωπή, η οποία είναι χρυσός, εφόσον γλιτώνει το άτομο από το να προκαλεί εντάσεις και να έρχεται σε σύγκρουση με τους άλλους ανθρώπους. Η πιο χρυσή αλήθεια, άρα, είναι η αλήθεια της σιωπής, αφού είναι η μόνη που επιτρέπει στους ανθρώπους να ζουν φιλήσυχα και να μην στρέφουν εναντίον τους όλους εκείνους που θίγονται απ’ όσα θα μπορούσαν ενδεχομένως να λεχθούν.
Η Παναγία έχοντας πάντοτε κατά νου τη βασική της επιθυμία, την προφύλαξη δηλαδή του παιδιού της από την οργή των ανθρώπων, τον συμβουλεύει πως ακόμη κι όταν θα είναι σε θέση να αντιληφθεί το Δίκαιο και την Αλήθεια, να επιλέξει τη σιωπή. Καθώς, αν επιλέξει να μιλήσει γι’ αυτά κι αν επιλέξει να στραφεί ενάντια σ’ εκείνους που αδικούν και ψεύδονται τότε εκείνοι θα τον σταυρώσουν. Κατάληξη τόσο δεδομένη, ώστε η Παναγία δηλώνει στο γιο της πως και χίλιες φορές αν γεννηθεί, αν επιλέξει να μιλήσει για τις αρετές της Αλήθειας και του Δικαίου, και τις χίλιες φορές οι άλλοι άνθρωποι θα τον σταυρώσουν.
Η συμβουλή της Παναγίας στον Χριστό να επιλέξει τη χρυσή σιωπή, είναι φυσικά εντελώς αντίθετη με τον ιερό σκοπό που έχει εκείνος να επιτελέσει, αλλά είναι απολύτως λογική από την οπτική της μητέρας που θέλει με κάθε τρόπο να προστατεύσει το παιδί της.

3. Πώς κλιμακώνεται η αγωνία της Παναγιάς από την πρώτη ως την τελευταία στροφή του αποσπάσματος;

Η Παναγία εκφράζει τους φόβους και την αγωνία της για το παιδί της ήδη από την πρώτη στροφή, καθώς εμφανίζεται να αναζητά ένα μέρος για να γεννήσει μακριά από τους κακούς ανθρώπους. Η Παναγία γνωρίζει πως ο γιος της θα θελήσει να αποκαλύψει το άδικο που υπάρχει στον κόσμο και πως θα προκαλέσει έτσι την οργή των ανθρώπων, οι οποίοι και θα τον κάνουν να υποφέρει.
Στη δεύτερη στροφή η Παναγία, παρά το γεγονός ότι γνωρίζει καλά ποια είναι η ιερή αποστολή του γιου της, τον συμβουλεύει να γίνει ένας απλός νοικοκύρης και να μείνει μακριά από εκείνες τις μάχες και τους αγώνες που θα τον οδηγήσουν τελικά στον σταυρό.
Παρόμοιες συμβουλές του δίνει και στην τέταρτη στροφή, όπου του επισημαίνει πως οι άνθρωποι είναι θηρία και πως θα πρέπει να προτιμήσει στη ζωή του τη σιωπή, κι όχι τον αγώνα υπέρ του Δικαίου και της Αλήθειας, διότι, αν επιλέξει να μιλήσει για τις αγαθές αυτές έννοιες οι άνθρωποι θα τον σταυρώσουν. Κι είναι, μάλιστα, τόσο βέβαιη για την αλήθεια αυτής της διαπίστωσης, ώστε του δηλώνει εμφατικά πως αν ακολουθήσει αυτό το δρόμο, του να αγωνιστεί δηλαδή για το Δίκαιο, ακόμη κι αν γεννηθεί χίλιες φορές, άλλες τόσες θα τον οδηγήσουν στον σταυρό οι συνάνθρωποί του, αφού δεν αντέχουν το φως της αλήθειας και της δικαιοσύνης.
Η αγωνία της Παναγίας κορυφώνεται στην τελευταία στροφή του ποιήματος, όπου και εκφράζει την ένταση του πόνου που της προκαλεί η επίγνωση πως ο γιος της θα έχει ένα φρικτό τέλος. Νιώθει, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, σαν να της καρφώνουν την καρδιά με χίλια μαχαίρια και σπαθιά.

Κώστας Βάρναλης (1884-1974)


Ο ποιητής προέρχεται από τον απόδημο ελληνισμό. Γεννήθηκε στον Πύργο της Βουλγαρίας και σπούδασε φιλολογία στην Αθήνα. Υπηρέτησε στη Μέση Εκπαίδευση και αργότερα (1919-22), με κρατική υποτροφία, σπούδασε στο Παρίσι Νεοελληνική Φιλολογία και Αισθητική. Εκεί έζησε στο κλίμα της γενικής απογοήτευσης που προκάλεσε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος. Στα ποιήματα της πρώτης περιόδου (προ του 1922) είναι έντονος ο αισθησιασμός και το βαθύ μουσικό αίσθημα. Επίσης φαίνονται εδώ και οι επιδράσεις που δέχτηκε από τον Παρνασσισμό. Η πολιτική του ιδεολογία επηρέασε την ποίηση, την πεζογραφία και τις κριτικές του μελέτες. Στα ποιήματα της δεύτερης περιόδου η σάτιρα και ο σαρκασμός εναλλάσσονται με τους λυρικούς τόνους ενώ ο ανθρώπινος πόνος είναι ένα από τα κυρίαρχα θέματά του. Έργα του: α) Ποίηση: Κηρήθρες (1905), Προσκυνητής (1919), Το φως που καίει (1922), Σκλάβοι πολιορκημένοι (1927), Ελεύθερος Κόσμος (1965), Οργή λαού (1975). β) Πεζά: Η αληθινή απολογία του Σωκράτη (1931), Ημερολόγιο της Πηνελόπης (1946) κ.ά. γ) Θέατρο: Άτταλος ο Γ' (1970). δ) Φιλολογικά - Κριτικά: Σολωμικά (1957), Αισθητικά - Κριτικά (1958) κ.ά.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...